Προσαύξηση αποδοχών αδείας κατά 100% και έννοια τακτικών αποδοχών
Ο εργοδότης που αρνείται τη χορήγηση της νόμιμης κατ’ έτος άδειας υποχρεούται, μόλις λήξει το έτος κατά το οποίο ο μισθωτός δικαιούται άδεια, να καταβάλει σ’ αυτόν τις αντίστοιχες αποδοχές των ημερών άδειας αυξημένες κατά 100%.
Η προσαύξηση των αποδοχών άδειας προϋποθέτει άρνηση του εργοδότη να χορηγήσει αυτούσια την άδεια, η δε άρνηση αυτή, εφόσον έχει προηγηθεί σχετικό αίτημα του εργαζομένου, συνιστά πταίσμα, το οποίο έχει το δικονομικό βάρος να επικαλεσθεί ο εργαζόμενος που ζητεί την προσαύξηση.
Για το ορισμένο του σχετικού αιτήματος της αγωγής, αρκεί να αναφέρεται στο δικόγραφό της, εκτός από την ύπαρξη της εργασιακής σχέσης και τους όρους αυτής, και ότι ο εργοδότης αρνήθηκε να χορηγήσει την άδεια αναψυχής στον εργαζόμενο μολονότι προηγήθηκε σχετικό αίτημα. |
Κήρυξη Σ.Σ.Ε. ως γενικώς υποχρεωτικής.
Η επέκταση ισχύει από την ημερομηνία της έκδοσης της υπουργικής απόφασης και δεν ανατρέχει σε προγενέστερο χρονικό σημείο.
Για το προηγούμενο όμως της κήρυξης της Σ.Σ.Ε. ως γενικώς υποχρεωτικής χρονικό διάστημα ισχύει η, αυτεπάγγελτα εφαρμοζόμενη, προηγουμένως ισχύουσα Σ.Σ.Ε. που ήδη είχε κηρυχθεί γενικώς υποχρεωτική, από τον χρόνο κήρυξής της ως τέτοιας.
Σε ατομικό επίπεδο, είναι έγκυρη η μεταξύ εργοδότη και μισθωτού συμφωνία κατά την οποία ο δεύτερος θα λαμβάνει τον μισθό που προβλέπεται από την εκάστοτε ισχύουσα ή μέλλουσα να ισχύσει σ.σ.ε., η οποία καταρτίζεται μεταξύ τρίτων, έστω και αν τα μέρη της ατομικής σύμβασης δεν είναι μέλη των οργανώσεων που καταρτίζουν τη Σ.Σ.Ε. ή θέτει προϋποθέσεις που δεν συγκεντρώνει ο συγκεκριμένος μισθωτός.
Για το κύρος της συμφωνίας δεν απαιτείται η τήρηση τύπου.
Σε μια τέτοια περίπτωση, οι συλλογικές ρυθμίσεις προς τις οποίες γίνεται η παραπομπή με την ατομική σύμβαση αποκτούν έναντι των συμβαλλομένων συμβατική δύναμη.
Ως τακτικές αποδοχές βάσει των οποίων υπολογίζονται τα δώρα εορτών, οι αποδοχές και τα επιδόματα άδειας και εξευρίσκεται το ωρομίσθιο και η προσαύξηση για την παρεχόμενη υπερωριακή εργασία, νοούνται ο συμβατικός ή νόμιμος μισθός ή το ημερομίσθιο, καθώς και οποιαδήποτε άλλη πρόσθετη εργοδοτική παροχή, σε χρήμα ή σε είδος, που καταβάλλεται κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας, με την προϋπόθεση ότι η παροχή αυτή δίδεται σταθερά και μόνιμα ως συμβατικό αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας.
Οι λόγοι της έφεσης, εκτός από σαφείς και ορισμένοι, απαιτείται να είναι και λυσιτελείς, δηλαδή σε περίπτωση βασιμότητάς τους να επέρχεται ως αποτέλεσμα η εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης.
Έτσι, εάν η εκκαλούμενη απόφαση έχει επάλληλη αιτιολογία, η προσβολή αυτής μόνο κατά τη μία αιτιολογία είναι αλυσιτελής, αφού το διατακτικό της απόφασης στηρίζεται αυτοτελώς επί της άλλης αιτιολογίας (απόφαση Αρείου Πάγου, Επιθεώρησις Εργατικού Δικαίου 2020, σ. 1047).
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ιστορία απόλυτης φορολογικής τρέλας στη Θεσσαλονίκη: Επιβολή προστίμου από εφορία γιατί πλήρωσε τους φόρους της μητέρας της Αντώνης Π. Αργυρός: Αρχή της αποζημιωτικής ευθύνης του Δημοσίου από ζημιογόνες αποφάσεις των δικαστικών οργάνων Δικαστικά πυρά των δικηγόρων στο ΣτΕ: Ζητούν να ακυρωθεί η ΚΥΑ για τα δικαστήρια- Ολόκληρη η αίτηση ακύρωσης Παναγιώτης Κατσικερός: Για τη συνεπιμέλεια και τη γονεϊκή αποξένωσηΑκολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr