Πρόσθετη εργασία, υπερεργασία και υπερωρία

Η πρόσθετη αμοιβή δεν οφείλεται αν έχει συμφωνηθεί μεταξύ μισθωτού και εργοδότη, ρητά ή σιωπηρά, είτε κατά τη σύναψη της σύμβασης εργασίας είτε μεταγενέστερα, να παρέχει ο μισθωτός την πρόσθετη εργασία χωρίς αμοιβή ή η τελευταία να καλύπτεται από τον μισθό της κύριας απασχόλησής του.

NEWSROOM

Aν κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας συμφωνηθεί μεταξύ των συμβαλλομένων, ρητά ή σιωπηρά, είτε με την αρχική είτε με μεταγενέστερη συμφωνία, η παροχή από τον μισθωτό εντός του νομίμου ωραρίου πρόσθετης εργασίας διαρκούς φύσεως, η οποία σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής δεν είναι συναφής με τη συμφωνηθείσα αρχικώς κύρια απασχόλησή του ούτε περιλαμβάνεται μεταξύ των καθηκόντων του μισθωτού που προβλέπονται από κανόνα δικαίου και κατά τις συνήθεις περιστάσεις παρέχεται μόνο με μισθό χωρίς συγχρόνως να καθορισθεί και ο πρόσθετος αυτός μισθός ή ο τρόπος προσδιορισμού του και χωρίς να συμφωνηθεί ότι δεν θα καταβληθεί πρόσθετος μισθός, ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει στον μισθωτό τον συνηθισμένο για τέτοια εργασία μισθό, δηλαδή τον μισθό που καταβάλλεται σε άλλους μισθωτούς που παρέχουν την ίδια εργασία υπό τις ίδιες συνθήκες.

Όμως η πρόσθετη αμοιβή δεν οφείλεται αν έχει συμφωνηθεί μεταξύ μισθωτού και εργοδότη, ρητά ή σιωπηρά, είτε κατά τη σύναψη της σύμβασης εργασίας είτε μεταγενέστερα, να παρέχει ο μισθωτός την πρόσθετη εργασία χωρίς αμοιβή ή η τελευταία να καλύπτεται από τον μισθό της κύριας απασχόλησής του.

Ως προς τη συνδρομή υπερεργασίας κριτήριο αποτελεί όχι η ημερήσια αλλά η εβδομαδιαία απασχόληση του μισθωτού, και μάλιστα εκείνη που πραγματοποιείται κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας και όχι κατά τις Κυριακές ή άλλες ημέρες ανάπαυσης, για τις οποίες υφίσταται αυτοτελής νομοθετική πρόνοια και, συνεπώς, ο απασχολούμενος υπό καθεστώς πέντε εργασίμων ημερών εβδομαδιαίως πραγματοποιεί υπερεργασία, για την οποία δικαιούται την οικεία αμοιβή, αν η απασχόλησή του υπερβαίνει κατά τις ημέρες αυτές το συμβατικό όριο των 40 ωρών.

Ειδικώς για τους εργαζομένους με το σύστημα της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, ως υπερεργασία θεωρείται η κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας απασχόληση πέραν των 40 ωρών και μέχρι τη συμπλήρωση 45 ωρών εβδομαδιαίως, ενώ για τους εργαζομένους με το σύστημα των έξι ημερών την εβδομάδα, ως υπερεργασία θεωρείται η κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας απασχόληση πέραν των 40 ωρών και μέχρι τη συμπλήρωση των 48 ωρών εβδομαδιαίως.

Για τους ίδιους εργαζομένους και ανάλογα με το σύστημα των πέντε ή έξι ημερών εβδομαδιαίας εργασίας, ως υπερωριακή θεωρείται η απασχόληση πέραν των εννέα ή οκτώ, αντίστοιχα, ωρών ημερησίως.

Ως προς τη συνδρομή υπερωριακής εργασίας, λαμβάνεται υπ’ όψιν όχι η εβδομαδιαία αλλά η ημερήσια εργασία, υπό την έννοια ότι υφίσταται υπερωριακή εργασία όταν ο μισθωτός απασχοληθεί πέραν των 8 ωρών ημερησίως (ή πέραν των 9 ωρών επί πενθήμερης εργασίας), έστω και αν με την υπεραπασχόληση αυτή δεν πραγματοποιείται υπέρβαση του οριζομένου από τον νόμο ανωτάτου ορίου εβδομαδιαίας εργασίας, αφού δεν χωρεί συμψηφισμός της επιπλέον ημερήσιας εργασίας με τις λιγότερες ώρες εργασίας άλλης ημέρας της ίδιας εβδομαδιαίας περιόδου.

Η μέχρι 8 ώρες εκούσια ή εξαναγκασμένη παροχή εργασίας κατά την έκτη ημέρα της εβδομάδας (Σάββατα) σε επιχειρήσεις όπου εφαρμόζεται υποχρεωτικά το σύστημα της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, το μεν δεν συναριθμείται με τις ώρες των εργασίμων ημερών της ίδιας εβδομάδας, το δε είναι άκυρη, ως απαγορευμένη από κανόνες δημόσιας τάξης (απόφαση Αρείου Πάγου, Επιθεώρησις Εργατικού Δικαίου 2020, σ. 935 επ.).

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr