Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2024

Υπερημερία εργοδότη και δικαίωμα πραγματικής απασχόλησης του μισθωτού υπό το νέο άρθρο 656 Α.Κ.

NEWSROOM icon
NEWSROOM
Υπερημερία εργοδότη και δικαίωμα πραγματικής απασχόλησης του μισθωτού υπό το νέο άρθρο 656 Α.Κ.

Η αναδρομική διάταξη του άρθρου 98 ν. 4139/2013 δεν αντίκειται στο Σύνταγμα 

Από τη διάταξη του άρθρου 61 ν. 4139/2013 σαφώς προκύπτει ότι, σε αντίθεση προς τα μέχρι τότε νομολογιακώς κρατούντα, σε περίπτωση υπερημερίας του εργοδότη ως προς την αποδοχή της εργασίας υπό ορισμένη έννομη σχέση, όπως είναι η δικαστικώς αναγνωρισθείσα σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, το δικαστήριο, εφόσον υποβλήθηκε σχετικό αίτηµα, διατάσσει την πραγματική απασχόληση του μισθωτού στη θέση αυτή, χωρίς να έχει την ευχέρεια να απορρίψει το σχετικό αίτηµα ή να αξιώσει περισσότερα στοιχεία για τη θεμελίωση του ως άνω αιτήματος, και ειδικότερα να αξιώσει την προβολή πρόσθετων περιστατικών τα οποία στη συγκεκριμένη υπόθεση καθιστούν την άρνηση του εργοδότη να αποδεχθεί την εργασία του μισθωτού καταχρηστική ή προσβλητική της προσωπικότητας του μισθωτού.

Η διάταξη αυτή έχει αναδρομική ισχύ, εφόσον με τη διάταξη του άρθρου 98 ν. 4139/2013 προβλέπεται ότι διατάξεις, μεταξύ άλλων, και του άνω άρθρου 61, που αφορά την τροποποίηση του άρθρου 656 του Α.Κ., «καταλαμβάνουν και τις εκκρεµείς υποθέσεις».

Η τελευταία αυτή διάταξη, η οποία επεκτείνει την εφαρμογή της νεότερης ρύθμισης και σε εκκρεμείς υποθέσεις, δεν αντίκειται στις ρυθμίσεις του Συντάγματος, και ιδίως σε εκείνη του άρθρου 5 παρ. 1 αυτού, καθότι ο κοινός νομοθέτης, πλην εξαιρετικών περιπτώσεων περί των οποίων δεν πρόκειται, δεν αποκλείεται από το άρθρο 2 Α.Κ., που δεν έχει αυξημένη τυπική ισχύ, να προσδώσει σε νεότερη ρύθμιση αναδρομική ισχύ.

Συνεπώς, εφόσον μετά τη θέσπιση του ν. 4139/2013 (20.3.2013) γεννάται ζήτημα πραγματικής απασχόλησης του μισθωτού στο πλαίσιο εκκρεμούς υπόθεσης αφορώσας συνεχιζόμενη υπερημερία του εργοδότη, το δικαστήριο της ουσίας, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 656 Α.Κ., όπως ισχύει, υποχρεούται να διατάξει την πραγματική απασχόληση του μισθωτού στη θέση την οποία κατείχε, ακόμη και εάν η υπερημερία του εργοδότη άρχισε πριν από τη θέσπιση του νόμου αυτού.

Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, προκειμένου να κρίνει την ορθότητα της εκκληθείσας πρωτόδικης απόφασης, εφαρμόζει τον νόμο που ίσχυε κατά τον χρόνο δημοσίευσης της πρωτόδικης απόφασης, και όχι τον ισχύοντα κατά την κατ’ έφεση δίκη νεότερο νόμο, εκτός εάν με αυτόν ορίζεται διαφορετικά ως προς την αναδρομική έναρξη της ισχύος του.

Εάν όμως το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, κρίνοντας βάσιμο κάποιον λόγο έφεσης, εξαφανίσει την πρωτόδικη απόφαση και προβεί στην εκδίκαση της ουσίας της υπόθεσης, υποχρεούται να εφαρμόσει για τη διάγνωση της νομικής και ουσιαστικής βασιμότητας της αγωγής τον νόμο που ισχύει κατά τον χρόνο δημοσίευσης της απόφασής του, είτε έχει αναδρομική δύναμη είτε δεν έχει αναδρομική δύναμη, εφόσον όμως στην τελευταία περίπτωση ο νόμος αυτός καταλαμβάνει χρονικά την επίδικη έννομη σχέση, πολλώ δε μάλλον εάν ρητώς ορίζεται στον μεταγενέστερο νόμο ότι οι ρυθμίσεις αυτού καταλαμβάνουν και τις εκκρεμείς υποθέσεις  (Απόφαση Αρείου Πάγου του 2019, Επιθεώρησις Εργατικού Δικαίου, τόμος 2019, σελ. 1259 επ.).

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ