Εργαζόμενοι στον τουρισμό μέχρι και σε καθεστώς εκβιασμού
O εργατολόγος Γιάννης Καρούζος αναλύει τις παράνομες πρακτικές και τις αιτίες των ελλείψεων σε προσωπικό, μετά από καταγγελίες εργαζομένων σε μεγάλα νησιά της χώρας που κάνουν λόγο για συμβάσεις με ποινικές ρήτρες σε όσους ζητούν να παραιτηθούν.
Για όσους δουλεύουν ως εποχιακοί εργαζόμενοι στον τουρισμό, η σεζόν οδεύει ήδη στα μισά της. Μέχρι τη λήξη της, υπολογίζεται πως περισσότερες από 100.000 θέσεις εργασίας στην εποχική απασχόληση θα παραμείνουν κενές (πέρυσι ήταν 60.000), και ειδικότερα σε τομείς όπως τα τουριστικά καταλύματα, η εστίαση, ο θαλάσσιος τουρισμός, τα ταξιδιωτικά γραφεία και οι υπηρεσίες διακίνησης αποσκευών στα αεροδρόμια. Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα παραμένει για ακόμα μία χρονιά στην πεντάδα των κορυφαίων προορισμών στην Ευρώπη, όπως εκτιμούν οι ειδικοί.
Ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους οι εργαζόμενοι δεν θέλουν να επιστρέψουν στα νησιά, είναι οι εργασιακές συνθήκες που επικρατούν, με πολλούς νέους να αναγκάζονται να στοιβάζονται τέσσερις-πέντε μαζί σε μικροσκοπικά δωμάτια. Επίσης, όπως καταγγέλλουν, οι ώρες απασχόλησης είναι πάρα πολλές για έναν μισθό 700, 800 ή ακόμα και 1.000 ευρώ.
Και δεν είναι μόνο αυτό: Οι πρόσφατες καταγγελίες ξενοδοχοϋπαλλήλων στην Κρήτη έριξαν φως στην κατάσταση που επικρατεί για τους εποχικούς εργαζόμενους. Ξενοδοχειακοί όμιλοι που διατηρούν κύκλο εργασιών στο εξωτερικό, ασφαλίζουν Έλληνες πολίτες υπαλλήλους τους εκτός Ελλάδας, ώστε να μειώσουν το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών που είναι υποχρεωμένοι να καταβάλλουν.
Παράλληλα, στο Ηράκλειο, το Εργατικό Κέντρο Ηρακλείου έχει καταγράψει σοβαρές καταγγελίες που αφορούν σε συμπεριφορές εργασιακού εκφοβισμού, αλλά και «ποινές» προς τους εργαζόμενους σε περίπτωση που παραιτηθούν ή αναζητήσουν σε άλλον εργοδότη εργασία.
Εν μέσω των αποκρουστικών για τους εποχικούς εργαζόμενους αυτών συνθηκών, ο εργατολόγος Γιάννης Καρούζος μίλησε στην Popaganda για τις αιτίες των τεράστιων ελλείψεων που εντοπίζονται στο προσωπικό στους τομείς του τουρισμού και του επισιτισμού, καθώς και για την παράνομη επιβολή «ρητρών» στους εργαζόμενους που θα επιχειρήσουν να παραιτηθούν από τη θέση τους.
Υποτυπώδεις συνθήκες διαβίωσης και χαμηλοί μισθοί για τους εργαζόμενους σε τουρισμό και επισιτισμό
Όπως αναφέρει αρχικά ο κ. Καρούζος σχετικά με τις συνθήκες διαβίωσης στα νησιά και τις απολαβές των εργαζομένων, «Από την έναρξη της τουριστικής περιόδου, υπάρχουν συνεχείς καταγγελίες που κάνουν λόγο για άθλιες συνθήκες διαβίωσης, οι οποίες σχετίζονται με τη συνάθροιση πολλών εργαζόμενων στο ίδιο δωμάτιο, με χαμηλής ποιότητας τροφή που τους χορηγείται κ.ά. Οι συνθήκες αυτές απογοητεύουν τους εργαζόμενους, με αποτέλεσμα, όχι απαραίτητα να θέλουν να φύγουν την τρέχουσα σεζόν, αλλά να μην θελήσουν ξανά να εργαστούν εποχικά στον κλάδο της εστίασης και του τουρισμού. Αυτό συμβαίνει στα μεγάλα ελληνικά νησιά, απ’ όπου και έρχονται οι καταγγελίες, τα οποία είναι πιο αχανή ως προς την επέκταση των επιχειρήσεων, ενώ λόγω της υποστελέχωσης της αρμόδιας διεύθυνσης, η Ανεξάρτητη Αρχή Επιθεώρησης Εργασίας δεν πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους. Να σημειώσω ωστόσο ότι δεν έχω δει κάποια διαφορά ούτε προς το καλό ούτε προς το κακό όσον αφορά στην ανεξαρτητοποίηση της Αρχής Επιθεώρησης, σε σχέση με τον επιτελικό ρόλο του ΣΕΠΕ. Το μεγάλο πρόβλημα ήταν και είναι η υποστελέχωση».
Παράλληλα, στα ξενοδοχεία, οι ελάχιστοι μισθοί κυμαίνονται ανά κατηγορία εργαζόμενου από 835 έως 911 ευρώ τον μήνα και στην εστίαση οι μισθοί που προβλέπονται από τη συλλογική σύμβαση του επισιτισμού είναι από 780 έως 964 ευρώ, ποσά τα οποία δεν είναι ελκυστικά για τους εργαζόμενους. Όπως εξηγεί ο κ. Καρούζος, «Αυτοί οι μισθοί προσαυξάνονται από κάποια επιδόματα, όμως δεν μιλάμε για προσαυξήσεις άνω του 10% του μισθού. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει ένα υψηλό μισθοδοτικό προνόμιο – εκτός από τις μεγάλες εγκαταστάσεις στις οποίες παρέχεται πολύ καλή διατροφή και πολύ ποιοτική διαβίωση. Το κενό που αναμένεται να σημειώσει φέτος ο κλάδος του τουρισμού σε θέσεις απασχόλησης, θα ξεπεράσει τις 100.000 θέσεις, ενώ πέρυσι ήταν 60.000».
Ωστόσο, σύμφωνα με τον γνωστό εργατολόγο, ακόμα και σε ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες οι μισθοί για τους εποχικούς εργαζόμενους είναι υψηλότεροι και τα κίνητρα πιο ελκυστικά (Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία κ.ά.), το πρόβλημα της ελλιπούς στελέχωσης παραμένει. «Υπάρχει ένας εγγενής παράγοντας που επηρέασε την παραίτηση των νέων από την εργασία μετά την πανδημία. Η κατάσταση δεν διογκώθηκε μόνο από φαινόμενα σαν κι αυτά για τα οποία μιλήσαμε, αλλά συγκυριακά άρχισαν να διογκώνονται μετά την πανδημία, καθώς οι νέοι άρχισαν να αναπτύσσουν μια διαφορετική κουλτούρα ως προς το πώς θέλουν να δουλεύουν: Χωρίς άγχος, με προκαθορισμένο ωράριο, κυρίως από το σπίτι κ.λπ.», λέει ο ίδιος.
Επιβολή παράνομων ρητρών μέσω υπογραφής ατομικών συμβάσεων – «Ποινές» ύψους έως και 10.000 ευρώ
Με τις αλλαγές που επέφερε στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας ο νόμος Χατζιδάκη το 2021, ο κλάδος του τουρισμού υπήρξε από τους λίγους στους οποίους η κλαδική σύμβαση εργασίας, αλλά και τοπικές κλαδικές συλλογικές συμβάσεις, κηρύχθηκαν υποχρεωτικές από το υπουργείο Εργασίας. Παρ’ όλα αυτά, το φαινόμενο της αξιοποίησης παράνομων ατομικών συμβάσεων εργασίας προκειμένου να «αιχμαλωτίζονται» εποχικοί εργαζόμενοι σε απασχόληση χαμηλών αμοιβών και κακών συνθηκών εργασίας ή/και διαβίωσης, εφαρμόζεται από αρκετούς εργοδότες. Στις συμβάσεις αυτές χρησιμοποιούνται ρήτρες απορρήτου ή εμπιστευτικότητας, αλλά και εικονικών «διδάκτρων» προκειμένου να απειλούνται με χιλιάδες ευρώ κόστος όσοι κρίνουν ότι δεν τους συμφέρει να συνεχίσουν να εργάζονται υπό τις μισθολογικές και εργασιακές συνθήκες που παρέχει ο εργοδότης.
Αξίζει να αναφερθεί πως, η «ποινική ρήτρα» δεν υπάρχει βάσει νόμου στον ξενοδοχειακό χώρο, παρά μόνο στα δημόσια έργα, όπου οι εργολάβοι είναι υποχρεωμένοι να φέρουν εις πέρας ένα έργο μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο. Οι ρήτρες αυτές κινούνται αντίθετα στις κεντρικές αρχές της ΕΕ για την κινητικότητα των εργαζόμενων, λειτουργώντας ως «δεσμά» που επιβάλλουν στον εργαζόμενο να ανεχτεί τις αμοιβές και συνθήκες εργασίας που προσφέρει ο εργοδότης.
Σχολιάζοντας αυτές τις πρακτικές, ο κ. Καρούζος επισημαίνει ότι «πρέπει να υπάρχει μια σχέση απόλυτης εμπιστοσύνης σε έναν κλάδο που λειτουργεί με μία εποχικότητα και στον οποίο η σύμβαση εργασίας έχει κυρίως διάρκεια ορισμένου χρόνου. Η σύμβαση ορισμένου χρόνου απαιτεί εμπιστοσύνη και από τα δύο μέρη. Πολλές φορές λοιπόν, επιχειρήσεις που έχουν αντιμετωπίσει το πρόβλημα της παραίτησης εργαζομένων, ακόμα και για αστειότητες (γιατί συμβαίνουν και αυτά), αδυνατούν να καλύψουν τις αναγκαίες θέσεις, γεγονός που τις ωθεί στην εφαρμογή εκφοβιστικών ρητρών που όμως δεν έχουν καμία νομική υπόσταση. Εμφανίζουν τη ρήτρα ως “εκπαίδευση”, του μάγειρα, της καμαριέρας, του σερβιτόρου. Και δήθεν, τα “δίδακτρα” κόστισαν 5.000 ευρώ. Και αν φύγει κάποιος νωρίτερα θα πρέπει να τα επιστρέψει».
Και προσθέτει: «Χαρακτηριστικά, αν ένας εργαζόμενος φύγει στα μέσα της σεζόν χωρίς να προειδοποιήσει κάποιους μήνες πριν, απειλείται με την καταβολή υπέρογκων ποσών, ύψους έως και 10.000 ευρώ. Ακόμα, αν ένας εργαζόμενος κρίνει ότι αμείβεται χαμηλά και απευθυνθεί σε ανταγωνιστή εργοδότη στον οποίο θα διαδώσει το ποσό που παίρνει, του επιβάλλεται επίσης ρήτρα υπέρογκων ποσών, ώστε να μην τον προσλάβει η άλλη επιχείρηση. Αυτή η μεθοδολογία που υιοθετούν οι εργοδότες στρεβλώνει την αγορά. Eπιδεικνύουν αυτή τη στάση φοβούμενοι πως θα φύγουν και οι λίγοι εργαζόμενοι που έχουν. Οι ρήτρες είναι όμως παράνομες και δεν υπάρχει καμία νομική δέσμευση του εργαζόμενου σε αυτές».
Όσον αφορά στην υποχρέωση του εργαζόμενου να προειδοποιεί τον εργοδότη για την παραίτησή του, αυτό πρέπει να γίνεται σε εύλογο χρονικό διάστημα, το οποίο από τη νομοθεσία προβλέπεται να είναι ο μισός χρόνος από τους μήνες που δικαιούται κάποιος ως αποζημίωση απόλυσης, και εφόσον έχει συμπληρώσει 12 μήνες προϋπηρεσίας. Στον επισιτισμό και τον τουρισμό όμως, ένας άνθρωπος που μεταβαίνει σε κάποιο νησί για να δουλέψει για 5-7 μήνες, είναι αδύνατο να υπογράφει ρήτρες που να προβλέπουν την προειδοποίηση του εργοδότη 3 μήνες πριν, σε περίπτωση παραίτησης. Σύμφωνα με τον κ. Καρούζο, «Ένας άνθρωπος που δουλεύει 7 μήνες, 3 μήνες πριν θα πρέπει να έχει προειδοποιήσει, χωρίς φυσικά τότε να ξέρει π.χ. αν ο μισθός του δεν είναι σωστός, αν δεν του παρέχονται σωστές συνθήκες διαβίωσης».
Εργαζόμενοι στον τουρισμό: Αναζητείται η ηθική
Ρωτώντας τον για τον ρόλο της Επιθεώρησης Εργασίας από τη στιγμή που θα εντοπιστούν εκφοβιστικές συμπεριφορές και παράνομες πρακτικές προς τους εργαζόμενους, ο κ. Καρούζος εξηγεί πως, «Το ΣΕΠΕ δεν παρεμβαίνει στην αποφυγή υπογραφής αυτών των ρητρών από τους εργαζόμενους, γιατί αυτά τα ζητήματα, παραδοσιακά, το υπουργείο Εργασίας, το ΣΕΠΕ, αλλά και τώρα η Ανεξάρτητη Αρχή της Επιθεώρησης Εργασίας, τα αναπέμπουν στα δικαστήρια. Το υπουργείο θεωρεί ότι τέτοια ζητήματα κυρίως ανάγονται σε δικαστική επίλυση των διαφορών και ποτέ δεν παρεμβαίνει σε αυτά. Ακόμα όμως και να παρέμβει το υπουργείο και να απαγορεύσει τις ρήτρες, θα βρεθεί κάποια άλλη ρήτρα, κάποια άλλη μέθοδος. Αυτό που χρειάζεται είναι να διαμορφώσουμε έναν μηχανισμό ελέγχου, μια “τουριστική αστυνομία” όπως λέγαμε παλαιότερα, που να λειτουργεί όμως στο πλαίσιο διαπίστωσης μιας ηθικής στον κλάδο του τουρισμού. Αναζητείται η ηθική».
Απαραίτητη η κρατική μέριμνα για τη διαμόρφωση μιας εργασιακής κουλτούρας
«Δεν μπορούμε με “πρόστιμα” αυτού του επιπέδου να διαμορφώσουμε την κουλτούρα που χρειάζεται ο κλάδος και η οποία θέλει και μια άλλου είδους υποβοήθηση από την πολιτεία. Το επίσημο κράτος δεν διοργανώνει ούτε ένα επιμορφωτικό σεμινάριο, ούτε μία υποστήριξη εκπαίδευσης και κατάρτισης – είτε επιχειρηματιών, είτε εργαζομένων. Δεν είναι δυνατόν η χώρα να έχει τον τουρισμό σαν πρώτη πηγή πλούτου για το ακαθάριστο εθνικό εισόδημα και να μην υπάρχει ένας σχεδιασμός για την εργασιακή πολιτική στον χώρο του τουρισμού. Η έλλειψη κουλτούρας εντοπίζεται κυρίως σε επίπεδο εργοδοτών. Έχει αποδειχθεί πως μια ξενοδοχειακή μονάδα, για παράδειγμα, που πληρώνει καλά και προσφέρει μια ασφάλεια, δεν χάνει τους εργαζόμενούς της. Είναι στο χέρι του εργοδότη να διαμορφώσει μια πολύ πιο ξεκάθαρη συνθήκη εργασίας απέναντι στον εργαζόμενο. Γι’ αυτό είναι αναγκαίες οι εκπαιδεύσεις», εξηγεί ο ίδιος.
Αναγκαία η επέκταση του χρόνου χορήγησης επιδόματος ανεργίας για την ύπαρξη ελκυστικών κινήτρων
Τέλος, βασικό παράγοντα των μεγάλων ελλείψεων σε προσωπικό στον τομέα του τουρισμού και του επισιτισμού, αποτελεί ο περιορισμένος χρόνος χορήγησης του επιδόματος ανεργίας. Όπως τονίζει ο εργατολόγος, «Είναι υποχρέωση της πολιτείας να επεκτείνει τον χρόνο χορήγησης του επιδόματος – ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι δεν έχουν όλα τα νησιά στη χώρα μας την ίδια τουριστική σεζόν, άρα, δεν είναι δυνατόν όλοι οι εργαζόμενοι να περιορίζονται εξίσου σε πολύ συγκεκριμένους μήνες που μπαίνει το επίδομα ανεργίας, όταν προέρχονται από διαφορετικά νησιά στα οποία η σεζόν έχει μικρότερη διάρκεια. Κάποιος που για 4-5 μήνες δεν πληρώνεται από την εργασία του και δεν έχει και τη δυνατότητα να παίρνει το επίδομα ανεργίας από την πολιτεία, πολύ απλά δεν θα ασχοληθεί ξανά με τον τουρισμό».
Πηγή: dikigorosergatologos.gr
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Σουζάνα Κλημεντίδη: Οι υποχρεώσεις των μερών στις διαπραγματεύσεις Γιάννης Καρούζος: Πότε είναι καταχρηστική η επίκληση της συνδικαλιστικής προστασίας; Μπορώ να χρησιμοποιώ τον υπολογιστή της εργασίας μου για προσωπική χρήση; Δικαιούμαι τον μισθό μου εάν διοριστώ στην εφορευτική επιτροπή των εκλογών; Γιάννης Καρούζος: Η αντιμετώπιση των φαινομένων βίας και παρενόχλησης στην εργασία στον ιδιωτικό τομέαΑκολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr