Γιάννης Καρούζος: Πειθαρχική ποινή – Πώς επηρεάζουν η συνταξιοδότηση και η αναπηρία;
Πειθαρχική δίωξη που είχε εκκινήσει πριν την λύση της υπαλληλικής σχέσης δεν διακόπτεται για τον λόγο αυτό.
Συνταξιούχος υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών προσέβαλε δικαστικά την πειθαρχική ποινή που του επιβλήθηκε από το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, μετά τη συνταξιοδότησή του. Στην σχετική δικαστική απόφαση αναδεικνύεται ο ρόλος που διαδραματίζουν, στην πειθαρχική δίωξη ενός υπαλλήλου, η λύση της υπηρεσιακής του σχέσης αλλά και προβλήματα υγείας, όπως η αναπηρία.
Αρχικά, το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών με την υπ’ αριθμ. 497/2024 απόφασή του, αναφέρθηκε στις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007) σχετικές με την πειθαρχική δίωξη. Μεταξύ άλλων, ανέλυσε τις διατάξεις για την περίπτωση που λύεται η υπαλληλική σχέση, οπότε η διαδικασία συνεχίζεται κανονικά, αλλά η ποινή που επιβάλλεται, εφόσον είναι υψηλότερη του προστίμου (όπως είναι η ποινή της προσωρινής παύσης) μετατρέπεται σε ποινή προστίμου έως 12 μηνών, αναλόγως της βαρύτητας του παραπτώματος. Η μετατροπή αυτή γίνεται χάριν της αρχής της ίσης μεταχείρισης των πειθαρχικώς διωκόμενων και συγκεκριμένα γίνεται προκειμένου να είναι εφικτή η επιβολή έστω οικονομικής κύρωσης, αφού η πειθαρχική ποινή προϋποθέτει ενεργή υπαλληλική ιδιότητα. Συνεπώς, αν δεν γινόταν η εν λόγω μετατροπή σε χρηματικό πρόστιμο, οι εν ενεργεία υπάλληλοι που διώκονται πειθαρχικά θα βρίσκονταν σε δυσμενέστερη θέση έναντι των αποχωρησάντων πειθαρχικώς διωκόμενων, καθώς στους τελευταίους δεν θα μπορούσε να επιβληθεί πειθαρχική κύρωση.
Περαιτέρω, έγινε αναφορά στη διαδικασία υποβολής ενστάσεως κατά της εν λόγω κύρωσης σε δευτεροβάθμιο όργανο και ιδίως στο γεγονός ότι δεν είναι δυνατή η επιβολή ελαφρύτερης κύρωσης, όταν την ένσταση ασκεί η Διοίκηση. Ακολούθως, αναλύθηκε η διαδικασία είσπραξης του εν λόγω προστίμου από τη Διοίκηση.
Με βάση το ιστορικό της διαφοράς, κατόπιν ελέγχου νομιμότητας πτυχίων, διαπιστώθηκε ότι ο προσφεύγων είχε πλαστογραφήσει το πτυχίο που είχε καταθέσει για την πρόσληψή του, εμφανίζοντας βαθμό μεγαλύτερο από τον πραγματικό. Για την πράξη του αυτή καταδικάστηκε σε 8 έτη φυλάκισης, ενώ το πρωτοβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο του επέβαλε την ποινή της προσωρινής παύσης 12 μηνών με πλήρη στέρηση του μισθού. Κατά της απόφασης αυτής, η Διοίκηση άσκησε ένσταση υποστηρίζοντας ότι, εν όψει της βαρύτητας του αδικήματος, η ποινή θα έπρεπε να είναι αυστηρότερη. Κατόπιν τούτου, το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο έκρινε ως άνευ σημασίας ότι θα προσλαμβανόταν ακόμη και με τον πραγματικό- χαμηλότερο- βαθμό του πτυχίου του, αλλά ότι κρίσιμη ήταν η υψηλή απαξία της ίδιας της πράξης, ως αντιβαίνουσας στο κύρος ενός δημοσίου υπαλλήλου. Επειδή, βέβαια, είχε συνταξιοδοτηθεί ο εν λόγω υπάλληλος κατά τον χρόνο που επιλήφθηκε το δευτεροβάθμιο συμβούλιο, επιβλήθηκε χρηματική κύρωση ύψους 12 μηνιαίων αποδοχών, κατά μετατροπή της ποινής της προσωρινής παύσης 12 μηνών.
Η τελευταία αυτή απόφαση προσβλήθηκε από τον προσφεύγοντα, ο οποίος επικαλέστηκε δύο λόγους παρανομίας της. Κατ’ αρχάς, υποστήριξε ότι του επιβλήθηκε ελαφρύτερη ποινή από την αρχική, παρά το ότι τούτο απαγορεύεται, όταν την ένσταση ασκεί η Διοίκηση, όπως εν προκειμένω. Ωστόσο, το δικαστήριο έκρινε ότι η χρηματική κύρωση των 12 μηνιαίων αποδοχών δεν συνιστά καν νέα ποινή. Αντιθέτως, πρόκειται για την ίδια την αρχική ποινή της προσωρινής παύσης, που απλώς μετατράπηκε διότι ο προσφεύγων είχε πλέον συνταξιοδοτηθεί. Περαιτέρω, ο προσφεύγων υποστήριξε ότι κακώς δεν λήφθησαν υπόψη, ώστε να μειωθεί η ποινή, στοιχεία που πιστοποιούν την άρτια εκτέλεση των καθηκόντων του αλλά και την σημερινή αναπηρία του. Εδώ, το δικαστήριο συνεκτίμησε μεν την πλάνη που προκλήθηκε στη Διοίκηση από την πλαστογραφία και την ιδιαίτερη ηθική απαξία αυτής, αλλά έλαβε υπόψη του επιπλέον το γεγονός ότι δεν επηρεάστηκε ούτε η πρόσληψη ούτε η υπηρεσιακή του εξέλιξη από τον νοθευμένο υψηλότερο βαθμό, ενώ σημαντική ήταν και η κακή κατάσταση της υγείας του. Βάσει των τελευταίων επισημάνσεων, κρίθηκε ότι η ποινή που επιβλήθηκε ήταν αντίθετη στην αρχή της αναλογικότητας και γι’ αυτό μειώθηκε σε 8 μηνιαίες αποδοχές.
Από την απόφαση αυτή καταδεικνύεται ότι πειθαρχική δίωξη που είχε εκκινήσει πριν την λύση της υπαλληλικής σχέσης δεν διακόπτεται για τον λόγο αυτό. Επιπλέον, υποδεικνύεται ότι τα αρμόδια συμβούλια οφείλουν να συνεκτιμούν, κατά την μετατροπή ποινής, παράγοντες όπως είναι η κατάσταση της υγείας του πειθαρχικώς διωκόμενου. Ωστόσο, θα μπορούσε να παρατηρηθεί κριτικά ότι ως προς το τελευταίο αυτό ζήτημα, το δικαστήριο υιοθέτησε μία πολύ ευνοϊκή στάση για τον διωκόμενο, η οποία είναι πέραν του γράμματος του νόμου. Συγκεκριμένα, ο Υπαλληλικός Κώδικας αναφέρει ότι η μετατροπή της ποινής γίνεται μόνο με βάση τη «βαρύτητα του παραπτώματος» και συνεπώς δεν προκύπτει υποχρέωση των πειθαρχικών συμβουλίων να λαμβάνουν υπόψη τους άλλους παράγοντες, όπως η αναπηρία του διωκόμενου, που με κανέναν τρόπο δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι επηρεάζει ή αφορά τη βαρύτητα του παραπτώματος.
*Του Γιάννη Καρούζου, Δικηγόρου-Εργατολόγου
*ΠΗΓΗ: dikigorosergatologos
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Γιάννης Καρούζος: Προς την κατάργηση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας για τους επαρκείς κατώτατους μισθούς; Γιάννης Καρούζος: Αδήλωτη εργασία – Εξελίξεις στις προϋποθέσεις επιβολής προστίμου Γιάννης Καρούζος: Πώς διαμορφώνεται το νέο επίδομα ανεργίας – Αναλυτικά ποσά Γιάννης Καρούζος: Χρόνος εργασίας οικιακών βοηθών – Ευρωπαϊκές εξελίξεις για τις υποχρεώσεις του εργοδότη Γιάννης Καρούζος: Μισθοί και ανεργία – Τα δύο μεγάλα στοιχήματα του προϋπολογισμούΑκολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr