Γιώργος Βλασσόπουλος: Ποιότητα στην εργασία με υγεία και ασφάλεια

Η σημασία της ποιότητας στην εργασία, όπως αυτή αναδεικνύεται από πρόσφατες έρευνες, αλλά και ευρωπαϊκές οδηγίες.

NEWSROOM
Γιώργος Βλασσόπουλος: Ποιότητα στην εργασία με υγεία και ασφάλεια

Με αφορμή πρόσφατη έρευνα του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας (Εurofound) καθίσταται προφανής η ανάγκη, ιδίως σήμερα, υπό το πρίσμα της έκτακτης παγκόσμιας συγκυρίας, να αναδειχθεί εμπράκτως σε ύψιστη προτεραιότητα η ποιότητα στην εργασία (job quality). Η έρευνα βασίστηκε, μεταξύ άλλων, σε σύγχρονη τεκμηρίωση , όπως απευθείας συνεντεύξεις με 70.000 εργαζόμενους από 36 ευρωπαϊκές χώρες το 2021 (European Working Conditions Survey 2021) και δημοσιεύθηκε με πλήθος χρήσιμων στοιχείων στις αρχές 2023 (www.eurofound.eu/ job quality/ 17-1-2023). Από αυτήν την πρωτοποριακή και επίκαιρη έρευνα προκύπτει ότι η ποιότητα στην εργασία ενδιαφέρει τους εργαζόμενους. Καταδείχθηκε επίσης ότι ένα ποιοτικό εργασιακό περιβάλλον συμβάλλει, για παράδειγμα,  στην αύξηση της αποδοτικότητας του ανθρώπινου δυναμικού, την εργασιακή ειρήνη, αλλά και την ενίσχυση της ατομικής και δημόσιας υγείας (σωματικής και ψυχικής). Επομένως, η διασφάλιση ενός αξιοπρεπούς εργασιακού περιβάλλοντος με βασικούς άξονες το δίπτυχο: υγεία-ασφάλεια στην εργασία όχι μόνο για την παρούσα περίοδο, αλλά και για την επόμενη μέρα, είναι κομβικής σημασίας για εργαζόμενους-εργοδότες-κοινωνικό σύνολο, ενόψει μάλιστα και της επικείμενης Παγκόσμιας Ημέρας για την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία κατόπιν σχετικής πρωτοβουλίας της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (28 Απριλίου 2023). Άλλωστε, το αναμφισβήτητα μεγάλο κόστος εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών, ανεξάρτητα από στατιστικές αναλύσεις, είναι συχνά δυσαναπλήρωτο και σε γενικές γραμμές ανυπολόγιστο, αν ληφθεί υπόψη ότι ένα ποσοστό τους δεν δηλώνεται καν, ενώ η απόδειξη τους – ιδίως των επαγγελματικών ασθενειών – δεν είναι πάντα ευχερής. Πέραν τούτων, η ποιότητα της εργασίας καθαυτή αξίζει να προτεραιοποιηθεί ακόμη περισσότερο, διότι ένα τοξικό εργασιακό περιβάλλον δεν συμβάλλει εκ των πραγμάτων στο καλό εργασιακό κλίμα υπονομεύοντας στην ουσία και  τη βιώσιμη ανάπτυξη…

Η βελτίωση των όρων εργασίας των εργαζομένων συνδέεται αναπόσπαστα με την καθημερινή αποτελεσματική προστασία της σωματικής και ψυχικής υγείας τους, αλλά και με τη συμφιλίωση επαγγελματικής και προσωπικής-οικογενειακής ζωής κάθε εργαζόμενου σε ένα ρευστό παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον. Ήδη με την Οδηγία 2019/1152 ΕΕ αναδεικνύεται ρητά η ανάγκη για διαφανείς και προβλέψιμους όρους εργασίας σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου μάλιστα ότι το φαινόμενο απασχόλησης στην άτυπη οικονομία, συχνά υπό αντίξοες από πλευράς υγιεινής και ασφάλειας συνθήκες, είναι υπαρκτό όχι μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και σε παγκόσμια κλίμακα, ιδίως στην περίοδο της πανδημίας, παρά τις προσπάθειες που γίνονται για την εξάλειψή του.

Σε εθνικό επίπεδο, ο ρόλος του Ελληνικού Ινστιτούτου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (ΕΛΙΝΥΑΕ, www.elinyae.gr) είναι κομβικός, λαμβανομένου υπόψη ότι στον φορέα αυτόν εκπροσωπούνται βασικοί κοινωνικοί εταίροι (εκπρόσωποι εργοδοτών και εργαζομένων). Η συμβολή του Ινστιτούτου αυτού ιδίως στο καίριο ζήτημα της πρόληψης είναι θετική. Προέχει βεβαίως η ενίσχυση και αποτελεσματική λειτουργία των σχετικών ελεγκτικών μηχανισμών (όπως το Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας-ΣΕΠΕ : βλ. σχετικά και ν. 4808/2021), αλλά και η μεγαλύτερη και ουσιαστικότερη αξιοποίηση θεσμικών οργάνων, όπως οι γιατροί εργασίας και οι τεχνικοί ασφάλειας, που εντάσσονται στην αναγκαία νέα εθνική στρατηγική για την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία 2022-2027 με πρόταγμα την αποδοχή ότι η υγεία και η ασφάλεια της εργασίας αποτελούν θεμελιώδη κοινωνικά αγαθά που υπηρετούν, πέραν των άλλων, το δημόσιο συμφέρον. Ενημέρωση, ευαισθητοποίηση, επίβλεψη, εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου (βλ. ενδεικτικά Ν.3850/2010, Οδηγία 89/391/ΕΕ) αλληλεπιδρούν εκ των πραγμάτων με στόχο τη βελτίωση του λειτουργικού πλαισίου τόσο της υγείας όσο και της ασφάλειας στην εργασία προς αποφυγή εργατικών ατυχημάτων (βλ. ιδίως Ν.551/1915, Α.Ν. 1846/1951 όπως ισχύουν σήμερα) και επαγγελματικών ασθενειών (βλ. ιδίως Π.Δ. 41/2012) που έχουν πολύπλευρο κόστος: για εργαζόμενους, εργοδότες αλλά και γενικότερα για το κοινωνικό σύνολο. Σε επίπεδο ΕΕ, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία (EU-OSHA: www.osha.eu) με έδρα το Μπιλμπάο της Ισπανίας παράγει επίσης σημαντικό έργο με συστηματική συλλογή και ανάλυση σχετικών δεδομένων.

Αναφορικά με τη σχετική ερευνητική δραστηριότητα, ως καλή πρακτική επισημαίνεται ενδεικτικά, μεταξύ άλλων, η λειτουργία του φημισμένου Ινστιτούτου – σε θέματα ιδίως πρόληψης στην υγεία, αλλά και ευρύτερα ποιότητας στην εργασία – Robert Koch στη Γερμανία (www.rki.de). Ανάμεσα στις πολλές επίκαιρες έρευνες του Ινστιτούτου και πριν και κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αξίζει ιδιαίτερης μνείας η μελέτη ως προς τη συνάρτηση του επιπέδου υγείας των ατόμων με την κοινωνική-οικονομική θέση τους με έμφαση στο εργασιακό περιβάλλον τους, το μορφωτικό επίπεδό τους, την οικογενειακή κατάστασή τους κλπ.

Ειδικά ως προς τον ιό SARS-COV-2 , επισημαίνεται η ένταξή του στους παράγοντες βιολογικού κινδύνου (βλ. Π.Δ. 120/2020 σε συμμόρφωση με Οδηγία 2000/54/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με Οδηγία 2019/ 1833/ΕΕ και Οδηγία 2020/739/ΕΕ). Πλέον, έχει ανοίξει η συζήτηση διεθνώς, αλλά και στη χώρα μας, για να εξεταστεί η δυνατότητα να θεωρηθεί η νόσος από αυτόν τον ιό (COVID 19) ως επαγγελματική ασθένεια, τουλάχιστον στον υγειονομικό κλάδο. Πάντως, ευρύτερα, η προοπτική για σύσταση και λειτουργία εξειδικευμένου φορέα για την εκτίμηση (και ασφάλισηεπαγγελματικών ασθενειών και εργατικών ατυχημάτων, που έχει θεσμοθετηθεί σε άλλες χώρες της ΕΕ, είναι μια επιλογή που αξίζει ενδελεχούς μελέτης ιδίως ως προς την υλοποίησή της στη πράξη. Βεβαίως και η ενίσχυση της πρόληψης θα είναι ευεργετική, αν συνδυαστεί με την αντίληψη ότι η προστασία της υγείας και ασφάλειας στην εργασία δεν νοείται χωρίς ποιοτικό περιβάλλον εργασίας και δεν αποτελεί επιβάρυνση, αλλά κοινωνική επένδυση με πολλαπλασιαστικά οφέλη. Άλλωστε, οι κίνδυνοι είναι πολλαπλοί (χημικοί, φυσικοί, βιολογικοί, ψυχοκοινωνικοί κ.ά.) και μεταλλάσσονται στην πορεία του χρόνου με την ταχύτατη εξέλιξη της τεχνολογίας που αναδιατάσσει ριζικά το τοπίο του εργασιακού περιβάλλοντος σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή, αλλά και τις αναφυόμενες κρίσεις παγκόσμιας εμβέλειας. Γι’ αυτό η εκτίμηση των επαγγελματικών κινδύνων πρέπει να γίνεται συστηματικά και ολοκληρωμένα, προσαρμοσμένη στα νεώτερα ανά χρονική περίοδο δεδομένα και με αξιοποίηση ιδίως της προόδου της ιατρικής επιστήμης. Επιπλέον, οι αυτοαπασχολούμενοι και οι μικρές ή μεσαίες επιχειρήσεις, ιδίως αυτές οικογενειακού χαρακτήρα, χρήζουν μεγαλύτερης προσοχής και μέριμνας ως προς την τήρηση των κανόνων υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, αφού στις μεγάλες επιχειρήσεις τα ποσοστά συμμόρφωσης είναι σαφώς μεγαλύτερα διεθνώς, αλλά και στη χώρα μας.

Μια άλλη καλή πρακτική στο κρίσιμο ζήτημα της βελτίωσης των εργασιακών συνθηκών προέρχεται από τη Γαλλία. Πρόκειται για τον επίσημο φορέα της χώρας με αποστολή τη βελτίωση των όρων εργασίας (Agence nationale pour  l’ amelioration des conditions de travail – www.anact.fr). Ο φορέας αυτός διαθέτει και περιφερειακές δομές, ενώ αναπτύσσει αξιόλογη και συστηματικά ανανεωνόμενη δραστηριότητα σε διάφορες θεματικές ενότητες μεταξύ των οποίων η τηλεργασία, η υγιεινή και ασφάλεια στην εργασία, η εργονομία, οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης.

Η ανωτέρω ανάλυση αποκτά ακόμη πιο ουσιαστικό περιεχόμενο, αν συνδυαστεί με έναν εκτεταμένο και τεκμηριωμένο δημόσιο διάλογο για την πολύπλευρη επίδραση των νέων τεχνολογιών στο εργασιακό περιβάλλον. Εν προκειμένω, χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της τηλεργασίας , η οποία συνδέεται λειτουργικά με πρακτικά ζητήματα ποιότητας της εργασίας και εξαπλώθηκε και στη χώρα μας την περίοδο της πανδημίας με πρόβλεψη να διατηρηθεί με αναγκαίες αναπροσαρμογές και στο μέλλον, οπότε η τεχνογνωσία διεθνών οργανισμών , όπως η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILO, www.ilo.org) αλλά και το EUROFOUND (www.eurofound.europa.eu) είναι κομβικής σημασίας. Στο πλαίσιο της ενωσιακής και διεθνούς τεχνογνωσίας, πρακτικά εργαλεία όπως το δικαίωμα αποσύνδεσης (droit a  la  deconnexion) μπορούν να αποτελέσουν καταλύτη για την προστασία της υγείας με όρους ποιοτικής παροχής εργασίας συνδυαζόμενης με την αναγκαία ανάπαυση, αλλά και να συνδράμει στη δίκαιη και ισορροπημένη ανάπτυξη συστημάτων τηλεργασίας σε εθελοντική βάση, ώστε να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη (π.χ. αύξηση παραγωγικότητας, μείωση λειτουργικού κόστους) και να περιοριστούν οι τυχόν παρενέργειες σε βάρος των εργαζομένων (π.χ. εντατικοποίηση εργασίας, κίνδυνος απομόνωσης).

Προφανώς βέβαια σε ζητήματα όπως η τηλεργασία και ευρύτερα η ποιότητα στην εργασία, οι κοινωνικοί εταίροι μπορούν να συνδράμουν αποφασιστικά στη θέσπιση ενός λειτουργικού και κοινωνικά δίκαιου ρυθμιστικού πεδίου, κατ’ εφαρμογήν και της σχετικής Ευρωπαϊκής Συμφωνίας – Πλαισίου του 2002, η οποία έχει ενσωματωθεί στο εθνικό μας δίκαιο με την ΕΓΣΣΕ 2006-2007 (Παράρτημα Β) και τη διάταξη άρθρ. 5 Ν.3846/2010, σε συνδυασμό και με την Ευρωπαϊκή συμφωνία-πλαίσιο μεταξύ των κοινωνικών εταίρων έτους 2020 για την ψηφιοποίηση, αλλά και με σχετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις αρχές 2021 (αν και σε αυτό το ψήφισμα προβλέπεται μεταβατική περίοδος 3 ετών, οπότε συνιστάται η επίτευξη ενός κοινά αποδεκτού ελάχιστου επιπέδου προστασίας για το διάστημα αυτό). Ο εθελοντικός χαρακτήρας, το δικαίωμα αποσύνδεσης, ο συστηματικός έλεγχος όλων των μισθολογικών και θεσμικών όρων εργασίας (π.χ. μισθοί, πλήρης κάλυψη κόστους τηλεργασίας από εργοδότη, ωράρια, άδειες, υγιεινή και ασφάλεια εργασίας, προστασία προσωπικών δεδομένων), η αρμονική συνύπαρξη επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής πρέπει να είναι πάντα ακρογωνιαίοι λίθοι κάθε σύγχρονης και ολοκληρωμένης σχετικής ρύθμισης (βλ. και άρθρ. 67 ν.4808/2021).

Εν συνεχεία, η αποτελεσματική επίβλεψη λειτουργίας του σχετικού πλαισίου στην πράξη προστατεύοντας εξίσου τηλεργαζόμενους και παραδοσιακά εργαζόμενους (π.χ. με πρόβλεψη υπεύθυνου τηλεργασίας, αλλά και ευρύτερα ποιότητας της εργασίας κατά το πρότυπο του υπεύθυνου προστασίας προσωπικών δεδομένων), είναι εξίσου σημαντική, ώστε αφενός να διασφαλιστεί ένα ικανοποιητικό, υγιές και ασφαλές  εργασιακό περιβάλλον και αφετέρου να επιχειρηθεί αύξηση ποιοτικών και βιώσιμων θέσεων εργασίας, με όρους υγιούς ανταγωνισμού, καινοτομίας, φιλικού επιχειρηματικού κλίματος με έμφαση και στις μικρομεσαίες, αλλά και στις αναφυόμενες επιχειρήσεις (start-ups). Ταυτόχρονα είναι επιτακτική, εν προκειμένω, η ανάγκη κατάλληλης στήριξης των γυναικών, προστασίας των νέων και ιδίως των ανήλικων, αλλά και γενικότερα ευπαθών η ευάλωτων κοινωνικών ομάδων (όπως ΑΜΕΑ), καθώς και ενίσχυσης της περιφερειακής ανάπτυξης (ιδίως σε απομακρυσμένες ορεινές ή νησιωτικές περιοχές της χώρας).

Σε κάθε περίπτωση, ένα ευφυές Κοινωνικό Παρατηρητήριο Εργασιακού Περιβάλλοντος με έμφαση και στην ποιότητα της εργασίας πέραν των κλασικών διακυβευμάτων, όπως οι αποδοχές ή ο χρόνος εργασίας σε συνδυασμό με έναν κοινής αποδοχής σύγχρονο Κώδικα Δεοντολογίας (soft law), θα μπορούσαν να εμπλουτίσουν έναν σύγχρονο προγραμματικό κοινωνικό διάλογο συντελώντας στη βελτίωση του όλου πλαισίου και διορθώνοντας σε πραγματικό χρόνο ατέλειες ή προβλήματα στη γέννησή τους. Ειδικά για τη χώρα μας, ένα σύστημα, για παράδειγμα, μικτής τηλεργασίας (με μοίρασμα των ημερών απασχόλησης στον χώρο εργασίας και εξ αποστάσεως) θα μπορούσε να πολλαπλασιάσει τα οφέλη της τηλεργασίας (π.χ. μείωση λειτουργικού κόστους με έμφαση και στην εξοικονόμηση ενέργειας, ιδίως στην παρούσα ρευστή διεθνή συγκυρία, περιορισμός μετακινήσεων , προστασία περιβάλλοντος) περιορίζοντας τα μειονεκτήματα (π.χ. εντατικοποίηση εργασίας, κίνδυνος απομόνωσης, αύξηση παθογενειών, όπως μυοσκελετικών ή ψυχικών ασθενειών). Γενικότερα, η επισταμένη ανάλυση και αποτελεσματική αντιμετώπιση σχετικών επίκαιρων διεθνών φαινομένων όπως αρνητική διάθεση στην εργασία (βλ. ενδεικτικά το σύνδρομο burnout και τη βία ή παρενόχληση στην εργασία) ή η αποκαλούμενη «μεγάλη παραίτηση» (the big quit) ιδίως νεώτερων σε ηλικία εργαζομένων μετά την πανδημία, αποτελούν αυτονόητες προϋποθέσεις οικοδόμησης ενός ποιοτικότερου, στην ουσία του, περιβάλλοντος εργασίας.

Η κατάλληλη αξιοποίηση της δεδομένης ψηφιακής αναβάθμισης που εξελίσσεται διαρκώς μπορεί να διευκολύνει, σε συνδυασμό με την περαιτέρω βελτίωση των υποδομών πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών (π.χ. γρήγορο και ασφαλές Ιnternet), για την επίτευξη ενός φιλικότερου και πιο ευέλικτου στη χρήση του εργασιακού περιβάλλοντος ως δυναμικής παραμέτρου, μάλιστα, ενίσχυσης νέων και βιώσιμων επενδύσεων και γενικότερα της υγιούς επιχειρηματικότητας. Ασφαλώς, η εξέταση ορθολογικών κινήτρων και πρακτικών διευκολύνσεων για την εισαγωγή και ανάπτυξη κατάλληλων, ανά επιχείρηση ή κλάδο, συστημάτων όχι μόνο τηλεργασίας, αλλά και γενικότερα ποιοτικής και «έξυπνης» οργάνωσης της εργασίας, θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο του σχετικού διαλόγου. Άλλωστε, η εμπειρία αυτού του διαλόγου θα συμβάλλει στην καλλιέργεια μιας ευφυούς και ανθρωποκεντρικής ψηφιακής, αλλά και συνολικότερα εργασιακής κουλτούρας με πυρήνα την ποιότητα στην εργασία σε όλες τις εκφάνσεις της και με σεβασμό της ηθικής της τεχνητής νοημοσύνης (AI ethics) ως σημείο αναφοράς για την προσέγγιση και άλλων σημαντικών τεχνολογικών εξελίξεων, όπως η ρομποτική. Σε κάθε περίπτωση, η τεχνητή νοημοσύνη επιφέρει κοσμογονικές αλλαγές, αλλά δεν πρέπει να παραγνωριστεί και ο ρόλος της συναισθηματικής νοημοσύνης, ιδίως ως προς την εμπέδωση κοινωνικών αξιών, όπως η αλληλεγγύη, η ομαδικότητα, η σωματική και ψυχική ευεξία, η πρωτότυπη δημιουργικότητα, η κοινωνική δικαιοσύνη με πνεύμα ενσυναίσθησης. Προφανώς, οι αξίες αυτές αφορούν όλους τους εργαζόμενους με σχέση εξάρτησης, ανεξαρτήτως όρων ή τυπικού πλαισίου εργασίας τους.

Συμπερασματικά, οι καλές πρακτικές σε τοπικό, περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο, αλλά και αυτές ενωσιακών και διεθνών οργανισμών με την αναγκαία δημιουργική προσαρμογή στην εγχώρια αγορά εργασίας αποτελούν κομβικό στοιχείο ενός συστηματικού, αξιόπιστου και τεκμηριωμένου κοινωνικού διαλόγου με ουσιαστική τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων για την ορθολογικότερη και πιο δίκαιη οργάνωση της εργασίας: από απόσταση, παραδοσιακά παρεχόμενη εργασία σταθερού τόπου και χρόνου ή και με ευελιξία στην εργασία . Η προσέγγιση ενός σύγχρονου και διαρκώς μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος της εργασίας οφείλει να έχει ως απώτερη επιδίωξη την ποιότητα της εργασίας των εργαζομένων του ιδιωτικού, αλλά και του δημοσίου τομέα με έμφαση στην προάσπιση της προσωπικότητάς τους στη καθημερινή πράξη. Η ολιστική προσέγγιση με αξιοποίηση πορισμάτων ερευνών από διάφορους επιστημονικούς κλάδους (νομικά, οικονομικά,  πληροφορική, κοινωνιολογία, ψυχολογία , εργονομία, στατιστική κλπ.) θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη. Άλλωστε , ιδίως ενόψει της επόμενης μέρας και των παγκόσμιων προκλήσεων του άμεσου και απώτερου μέλλοντος,  ένα ποιοτικό εργασιακό περιβάλλον , το οποίο δεν νοείται χωρίς υγεία , ασφάλεια αλλά και αξιοπρέπεια στην εργασία, μπορεί να  συμβάλλει εκ των πραγμάτων και στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, στη διαφύλαξη της δημόσιας υγείας, την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και τη δίκαιη ανάπτυξη για μία πραγματικά συμπεριληπτική κοινωνίαμε ανθρώπινο πρόσωπο και κοινωνική ευαισθησία.

 *  Γιώργος Βλασσόπουλος, Δικηγόρος – Διδάκτωρ Νομικής

Πηγή: syntagmawatch.gr

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr