Κατερίνα Φραγκάκη: Τι πρέπει να κάνει ο δανειολήπτης που δεν θα ενταχθεί στην προστασία της 1ης κατοικίας
Γράφει η Κατερίνα Φραγκάκη, Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω Σύμφωνα με τον νόμο για την προστασία της πρώτης κατοικίας (Ν 4605/2019) κάθε φυσικό πρόσωπο με ή χωρίς πτωχευτική ικανότητα δικαιούται να ζητήσει μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας προστασίας 1ης κατοικίας τη ρύθμιση των οφειλών του προς τις Τράπεζες, τα funds και τις εταιρείες παροχής πιστώσεων, προκειμένου να […]
Γράφει η Κατερίνα Φραγκάκη, Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω
Σύμφωνα με τον νόμο για την προστασία της πρώτης κατοικίας (Ν 4605/2019) κάθε φυσικό πρόσωπο με ή χωρίς πτωχευτική ικανότητα δικαιούται να ζητήσει μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας προστασίας 1ης κατοικίας τη ρύθμιση των οφειλών του προς τις Τράπεζες, τα funds και τις εταιρείες παροχής πιστώσεων, προκειμένου να προστατεύσει την κύρια κατοικία του από την αναγκαστική ρευστοποίηση.
Οι προϋποθέσεις επιλεξιμότητας είναι οι κάτωθι:
α) Το αιτούν φυσικό πρόσωπο έχει εμπράγματο δικαίωμα, αποκλειστικής ή κατ’ ιδανικό μερίδιο, κυριότητας, πλήρους ή ψιλής, ή επικαρπίας σε ακίνητο, το οποίο αποτελεί την κύρια κατοικία του και βρίσκεται στην Ελλάδα.
β) Δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση, που απέρριψε αίτηση του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 (Α΄ 130) λόγω δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε αδυναμία πληρωμής ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας του αιτούντος.
γ) Η αξία της προστατευόμενης κύριας κατοικίας, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης δεν υπερβαίνει τα 175.000 ευρώ, αν στις οφειλές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια, και τα 250.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση.
δ) Το οικογενειακό εισόδημα του αιτούντος φυσικού προσώπου, κατά το τελευταίο έτος, για το οποίο υπάρχει δυνατότητα υποβολής φορολογικής δήλωσης, δεν υπερβαίνει τα 12.500 ευρώ. Το ποσό του προηγούμενου εδαφίου προσαυξάνεται κατά 8.500 ευρώ για τον σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο μέλος και μέχρι τα τρία εξαρτώμενα μέλη.
ε) Αν το σύνολο των οφειλών υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ, η ακίνητη περιουσία του αιτούντα, του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών, πέραν της κύριας κατοικίας του αιτούντα, καθώς και τα μεταφορικά μέσα του αιτούντα και του συζύγου του, έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 80.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης.
στ) Οι καταθέσεις, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα και τα πολύτιμα μέταλλα, σε νομίσματα ή ράβδους, του αιτούντος και του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 72.
ζ) Υφίσταται τουλάχιστον μία οφειλή επιδεκτική ρύθμισης
η) Το σύνολο του ανεξόφλητου κεφαλαίου, στο οποίο συνυπολογίζονται λογιστικοποιημένοι τόκοι κατά την ημερομηνία υποβολής, δεν υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή ή τις 100.000 ανά πιστωτή αν στις οφειλές αυτές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια.
Κάθε φυσικό πρόσωπο, μπορεί έως την 31η Δεκεμβρίου 2019 να υποβάλει αίτηση για ρύθμιση των οφειλών του.
Πριν την οριστική υποβολή της αίτησης, η πλατφόρμα, με ειδική ένδειξη, ενημερώνει τον αιτούντα για την επιλεξιμότητά του ή μη. Αν, παρά την ένδειξη για μη επιλεξιμότητα, ο αιτών υποβάλει οριστικά την αίτησή του, η πλατφόρμα εμποδίζει την περαιτέρω πρόοδο της διαδικασίας και εκδίδεται βεβαίωση περί απόρριψης της αίτησης.
Τι μπορεί να κάνει ο αιτών που τελικά δεν θα είναι επιλέξιμος ή αν κρίθηκε επιλέξιμος αλλά δεν επιτεύχθηκε η συμφωνία;
Σύμφωνα με το άρθρο 77 του Ν.4605/2019 το φυσικό πρόσωπο, που υπέβαλε οριστικά την αίτηση του στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο την προστασία της κύριας κατοικίας του, αν δεν κρίθηκε επιλέξιμος ή αν, ενώ κρίθηκε επιλέξιμος, για οποιονδήποτε λόγο δεν επιτεύχθηκε συμφωνία με έναν ή περισσότερους από τους πιστωτές.
Αρμόδιο δικαστήριο είναι το Ειρηνοδικείο του τόπου, στο οποίο βρίσκεται η κύρια κατοικία του αιτούντος.
Το δικαστήριο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Η συζήτηση της αίτησης προσδιορίζεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα μέσα σε έξι μήνες από την κατάθεσή της, ακόμα και καθ’ υπέρβαση του προβλεπόμενου αριθμού οριζόμενων υποθέσεων εκούσιας δικαιοδοσίας, όπως αυτός καθορίζεται από τον Κανονισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του οικείου Ειρηνοδικείου. Η απόφαση εκδίδεται μέσα σε τρεις (3) μήνες από τη συζήτηση.
Η αίτηση στο δικαστήριο ασκείται μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας . Στην προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου δεν συνυπολογίζεται το χρονικό διάστημα από 1η έως 31η Αυγούστου. Η αίτηση στρέφεται κατά των πιστωτών, με τους οποίους δεν επιτεύχθηκε συναινετική ρύθμιση.
Με την αίτηση ο αιτών συνυποβάλλει στη γραμματεία του αρμόδιου Ειρηνοδικείου εκτυπωμένο όλο το υλικό που μεταφορτώθηκε στην πλατφόρμα, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αξιολόγησης της επιλεξιμότητας και της συναινετικής ρύθμισης.
Η αίτηση μεταφορτώνεται, επί ποινή απαραδέκτου, μέσα σε δέκα (10) εργάσιμες ημέρες από την κατάθεσή της, στην πλατφόρμα, μέσω της οποίας κοινοποιείται στους συμμετέχοντες πιστωτές. Η κοινοποίηση του προηγούμενου εδαφίου επέχει θέση επίδοσης στους πιστωτές. Αν μεταξύ των διαδίκων πιστωτών περιλαμβάνονται ιδιώτες, οι οποίοι δεν έχουν κοινοποιήσει στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, ο αιτών επιδίδει μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την κατάθεση αντίγραφο της αίτησης σε αυτούς και μεταφορτώνει στην πλατφόρμα το αποδεικτικό επίδοσης.
Ο δικαστής του πρωτοβάθμιου ή του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί η αίτηση, μπορεί, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, ύστερα από σχετικό αίτημα, να εκδώσει υπέρ του αιτούντος, που κρίθηκε επιλέξιμος, αλλά για οποιονδήποτε λόγο δεν ρύθμισε συναινετικά μία ή περισσότερες οφειλές του, προσωρινή διαταγή, που καταχωρίζεται κάτω από την αίτηση ή την έφεση ή την κλήση ή στα πρακτικά, με την οποία παρατείνεται η αναστολή μτων μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης. Η προσωρινή διαταγή εκδίδεται εφόσον πιθανολογείται ότι η αίτηση είναι βάσιμη, καθώς και ότι, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης η κύρια κατοικία του αιτούντος θα έχει πλειστηριαστεί. Αν ο πιστωτής παρέλειψε να υποβάλει πρόταση, χωρίς να επικαλεστεί μη επιλεξιμότητα του αιτούντα, η προσωρινή διαταγή χορηγείται υπό τον όρο καταβολής του ημίσεος της τελευταίας ενήμερης δόσης πριν την άσκηση της αίτησης του στην ηλεκτρονική πλατφόρμα.
Το δικαστήριο που θα εκδικάσει την αίτηση κατά την διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας καθορίζει ενιαίο σχέδιο ρύθμισης έναντι των πιστωτών, κατά των οποίων στρέφεται η αίτηση. Από το ποσό αφαιρείται το συνολικό ποσό, που καταβλήθηκε σε συμμόρφωση προς την προσωρινή διαταγή. Η απόφαση δεν θίγει τις ρυθμίσεις που επιτεύχθηκαν συναινετικά. Αν το δικαστήριο κρίνει τον αιτούντα ως μη επιλέξιμο, απορρίπτει την αίτηση και επιβάλλει την ποινή του άρθρου 205 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, η οποία στην περίπτωση αυτή ισούται με το πέντε τοις εκατό (5%) της συνολικής οφειλής, της οποίας ζητήθηκε η ρύθμιση, δεν μπορεί όμως να είναι κατώτερη των 1.500 ευρώ ούτε να υπερβαίνει τα 5.000 ευρώ.
Η απόφαση συνιστά τίτλο εκτελεστό ως προς τις καταβολές που ορίζει, δυνάμει του οποίου μπορεί να επισπευσθεί αναγκαστική εκτέλεση στη λοιπή περιουσία του αιτούντος πλην της κύριας κατοικίας του, καθώς και στην κύρια κατοικία, αν ο οφειλέτης εκπέσει κατά το άρθρο 80. Με επιμέλεια της γραμματείας του δικαστηρίου η απόφαση μεταφορτώνεται στην πλατφόρμα. Με επιμέλεια οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον η απόφαση μεταγράφεται στο βιβλίο μεταγραφών ή καταχωρίζεται στο κτηματολογικό φύλλο της κύριας κατοικίας του αιτούντος.
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr