Σουζάνα Κλημεντίδη: Δικηγορία και αδικοπρακτικές συμπεριφορές – Η σημασία της επαγγελματικής δεοντολογίας

Η συγκεκριμένη υπόθεση αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της σημασίας της επαγγελματικής δεοντολογίας στο δικηγορικό λειτούργημα και των συνεπειών που μπορεί να έχουν οι αβάσιμες κατηγορίες.

NEWSROOM
Σουζάνα Κλημεντίδη: Δικηγορία και αδικοπρακτικές συμπεριφορές – Η σημασία της επαγγελματικής δεοντολογίας

Πρόσφατη υπόθεση που απασχόλησε τη δικαιοσύνη σχετιζόταν με τη διαμάχη που προέκυψε μεταξύ δύο δικηγόρων, οι οποίοι εκπροσωπούσαν πελάτες σε διάφορες δικαστικές υποθέσεις οικονομικού χαρακτήρα. Η ένταση ανάμεσα στους δικηγόρους προέκυψε από την αρχική αντιπαράθεση των πελατών τους, αλλά εξελίχθηκε σε προσωπική διαμάχη, η οποία τελικά οδήγησε σε νέες δικαστικές διαδικασίες μεταξύ των δικηγόρων.

Η αφορμή για τη διαμάχη δόθηκε όταν ο ένας από τους δικηγόρους, ο ενάγων, υπέβαλε αίτημα για αναβολή της δίκης, επικαλούμενος προσωπικό κώλυμα λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων εκτός Αθηνών. Συγκεκριμένα, δήλωσε ότι θα βρισκόταν στην Κέρκυρα για εργασίες στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο και ζήτησε να αναβληθεί η δικαστική διαδικασία. Το δικαστήριο δέχθηκε το αίτημα και διέκοψε τη συνεδρίαση, ορίζοντας νέα ημερομηνία για τη συνέχιση της υπόθεσης.

Ο αντίδικος δικηγόρος, όμως, αμφισβήτησε την εγκυρότητα της δήλωσης του ενάγοντος, υποστηρίζοντας ότι ο ενάγων δεν βρισκόταν στην Κέρκυρα, όπως ισχυρίστηκε, αλλά στην Αθήνα κατά την επίμαχη ημερομηνία. Θεωρώντας ότι η ψευδής αυτή δήλωση είχε στόχο την παραπλάνηση του δικαστηρίου, ο αντίδικος κατέθεσε εξώδικο και στη συνέχεια προχώρησε σε αγωγή εναντίον του ενάγοντος, κατηγορώντας τον για παράβαση του Κώδικα Δεοντολογίας και για τέλεση απάτης.

Το δικαστήριο εξέτασε προσεκτικά τις καταγγελίες και τα αποδεικτικά στοιχεία και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο ενάγων δεν είχε διαπράξει την απάτη για την οποία κατηγορήθηκε. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του αφορούσαν πραγματικά περιστατικά και ότι δεν υπήρξε καμία παραβίαση του Κώδικα Δεοντολογίας των Δικηγόρων. Η απουσία του ενάγοντος από τη δικαστική αίθουσα ήταν πραγματική και σχετιζόταν με επαγγελματικές υποχρεώσεις, παρόλο που υπήρχαν αμφιβολίες από την πλευρά του αντίδικου δικηγόρου για το κατά πόσο βρισκόταν ή όχι εκτός Αθηνών.

Με βάση τα παραπάνω, το δικαστήριο αποφάσισε ότι η κατηγορία της απάτης δεν στοιχειοθετείται και πως δεν υπήρξε παράβαση επαγγελματικής δεοντολογίας από τον ενάγοντα. Ως αποτέλεσμα, το αίτημα του ενάγοντος για αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης που προκλήθηκε από την αδικοπρακτική συμπεριφορά του αντιδίκου έγινε δεκτό. Το δικαστήριο έκρινε ότι οι κατηγορίες του αντίδικου δικηγόρου είχαν ως αποτέλεσμα να πλήξουν την επαγγελματική και προσωπική υπόληψη του ενάγοντος, γεγονός που δικαιολογούσε τη χορήγηση χρηματικής ικανοποίησης.

Η συγκεκριμένη υπόθεση αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της σημασίας της επαγγελματικής δεοντολογίας στο δικηγορικό λειτούργημα και των συνεπειών που μπορεί να έχουν οι αβάσιμες κατηγορίες. Το δικαστήριο στάθηκε στο γεγονός ότι, παρά τις σοβαρές κατηγορίες που διατυπώθηκαν από τον αντίδικο, δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία για να αποδειχθεί ότι ο ενάγων είχε δόλο ή ότι είχε ενεργήσει με δόλια πρόθεση για να παραπλανήσει το δικαστήριο.

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr