Σουζάνα Κλημεντίδη: Η αρχή της αναλογικότητας ως φίλτρο της αναγκαστικής εκτέλεσης στη νομολογιακή πρακτική

Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι, η αρχή της αναλογικότητας είναι ένα κορυφαίας σημασίας φίλτρο για την μηκαταχρηστική και άρα άδικη επιβάρυνση χιλιάδων, υπερχρεωμένων ή μη, οφειλετών της χώρας.

NEWSROOM
Σουζάνα Κλημεντίδη: Η αρχή της αναλογικότητας ως φίλτρο της αναγκαστικής εκτέλεσης στη νομολογιακή πρακτική

Η αρχή της αναλογικότητας διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στο πεδίο της αναγκαστικής εκτέλεσης και ως τέτοιασε θεωρητικό και νομολογιακό επίπεδο αποβαίνει ιδιαίτερα κρίσιμη για έναν διευρυμένο κύκλο οφειλετών της χώρας.Εξαιρετικά κρίσιμη έκφανσή της αποτελεί η αρχή της ελάχιστης δυνατής προσβολής ή του ηπιότερου μέσου από τα περισσότερα διαθέσιμα που έχει στην κατοχή του ο δανειστής, κατά την οποία ο ίδιος επιτρέπεται να αξιοποιήσει το μέσο εκείνο που τελικώς θα λειτουργήσει με λιγότερο επαχθή τρόπο για τα οικονομικά συμφέροντα του καθ’ ου η εκτέλεση. Μάλιστα, στο χώρο της αναγκαστικής εκτέλεσης, η τρίτη πτυχή της αρχής έχει και την πιο πρακτική σημασία, που είναι η strictosensu αναλογικότητα, και συνίσταται στην στάθμιση κόστους-οφέλους και ιδίως στην αποφυγή δυσανάλογων ή ασύμμετρων συνεπειών από την επιβολή εκ μέρους του δανειστή μέτρου.

Φυσικά, η αναγκαία υποστήριξη της συγκεκριμένης αρχής εδράζεται στο άρθρο 281 ΑΚ. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το συγκεκριμένο και εξόχως επιβοηθητικό για τους οφειλέτες άρθρο, η αρχή της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών ανάγεται  σε πρότυπο συναλλακτικής συμπεριφοράς,ορίζοντας παράλληλα ότι η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Ένα τέτοιο πρότυπο επιτάσσει τα μέρη της έννομης σχέσης να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη, τόσο κατά την άσκηση των δικαιωμάτων τους όσο και κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων τους, τα δικαιολογημένα συμφέροντα και τις εύλογες προσδοκίες του έτερου μέρους. Βέβαια, πρέπει να είναι απόλυτα σαφές ότι, για τη θεμελίωση της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος δεν αρκεί η με όρους αποκλειστικότητα υπέρβαση των ορίων που θέτει η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, άλλα απαιτείται μια υπέρβαση με έντονα και προφανή χαρακτηριστικά, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί ανισορροπία μεταξύ των συμφερόντων του δανειστή και του οφειλέτη αντίστοιχα.

Η νομολογιακή πρακτική μας έχει δώσει μια σειρά από κλασικές περιπτώσεις με χαρακτηριστικά καταχρηστικότητας ενόσω είναι σε εξέλιξη η αναγκαστική εκτέλεση, και πιο συγκεκριμένα είναι α) οι συμπεριφορές που αντίκεινται στην καλή πίστη και στα χρηστά ήθη, β)η αντιφατική συμπεριφορά, γ)η αποδυνάμωση του δικαιώματος και δ)η κατάχρηση δικονομικών δυνατοτήτων.

Προς την συγκεκριμένη κατεύθυνση έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να αναφερθεί μια πρώτη διαδεδομένη περίπτωση, που ως επί το πλείστον απαντάται στο χώρο των τραπεζικών συμβατικών σχέσεων, όπου η άσκηση ενός δικαιώματος, μεταξύ των οποίων υπάγεται και η καταγγελία της επίδικης σύμβασης, απαγορεύεται λόγω πρόσκρουσης στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, ιδίως δε αν υπάρχει προφανής υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Ειδικότερα, η προφανής υπέρβαση από τη μεριά του δανειστή συναντάται σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο ίδιος με την συμπεριφορά του δημιούργησε στον οφειλέτη την εύλογη πεποίθηση ότι δεν θα ασκούσε το δικαίωμα στο χρόνο που το άσκησε, πράγμα το οποίο συνεπάγεται την πρόκληση επαχθών και δυσανάλογα εξαντλητικών συνεπειών στον οφειλέτη, με αποτέλεσμα η άσκηση του δικαιώματος να είναι αδικαιολόγητη και καταχρηστική. Ακολούθως, χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση εκείνη κατά την οποία κάθε φορά που παρουσιάζεται αντικειμενική οικονομική αδυναμία του οφειλέτη να ανταποκριθεί στις συμβατικές του υποχρεώσεις στο πλαίσιο μιας πιστωτικής σύμβασης, οι αρχές της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών επιτάσσουν στο εκάστοτε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα να ανεχθεί μια εύλογη καθυστέρηση στην εκπλήρωση της χρηματικής οφειλής, ιδίως δε τις φορές εκείνες κατά τις οποίες η άσκηση των δικονομικών δικαιωμάτων θα επέφερε με μαθηματική ακρίβεια την ολική οικονομική καταστροφή του οφειλέτη. Παράλληλα, εξαιρετικά συνήθης είναι και η περίπτωση αναγκαστικής κατάσχεσης πράγματος του οφειλέτη με δυσανάλογα μεγαλύτερη αξία από εκείνη που εν τοις πράγμασι απαιτείται, προκειμένου ο δανειστής να ικανοποιήσει τις ουσιαστικού δικαίου αξιώσεις του.

Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι, η αρχή της αναλογικότητας είναι ένα κορυφαίας σημασίας φίλτρο για την μηκαταχρηστική και άρα άδικη επιβάρυνση χιλιάδων, υπερχρεωμένων ή μη, οφειλετών της χώρας.

Της Σουζάνας Κλημεντίδη, Δικηγόρου

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr