Σουζάνα Κλημεντίδη: Προϋποθέσεις άσκησης έφεσης κατά της ίδιας απόφασης

Κατά τη διάταξη του άρθρου 513 παρ. 1 ΚΠΟΛΔ, η έφεση είναι επιτρεπτή μόνο κατά των αποφάσεων που εκδίδονται στον πρώτο βαθμό.

NEWSROOM
Σουζάνα Κλημεντίδη: Προϋποθέσεις άσκησης έφεσης κατά της ίδιας απόφασης

Η έφεση ως κατ’ εξοχήν ένδικο μέσο με το οποίο επιδιώκεται ευνοϊκότερη δικαιοδοτική κρίση στο πλαίσιο του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου συνεπάγεται μια σειρά από πρακτικά ερωτήματα, και ένα εξ αυτών είναι εάν είναι επιτρεπτή η άσκηση έφεσης κατά της ίδιας απόφασης. Έχει ενδιαφέρον να αναφερθεί ότι το συγκεκριμένο ζήτημα απασχόλησε το Μονομελές Πρωτοδικείο Ηλείας σε απόφαση υπερχρεωμένων νοικοκυριών (ΜΠρΗλείας 131/2023), όπου εκεί το ίδιο ερμήνευσε το ζήτημα της άσκησης δεύτερης έφεσης κατά της ίδιας απόφασης καθώς και υπό ποιες προϋποθέσεις είναι αυτή επιτρεπτή.

Αρχικά, κατά τη διάταξη του άρθρου 513 παρ. 1 ΚΠΟΛΔ, η έφεση είναι επιτρεπτή μόνο κατά των αποφάσεων που εκδίδονται στον πρώτο βαθμό α) …., β) των οριστικών αποφάσεων που περατώνουν όλη τη δίκη ή μόνο τη δίκη για την αγωγή ή για την ανταγωγή. Αν η απόφαση είναι εν μέρει οριστική δεν επιτρέπεται έφεση ούτε κατά των οριστικών διατάξεων πριν εκδοθεί οριστική απόφαση. Εν μέρει οριστική είναι η απόφαση με την οποία περατώνεται η δίκη ως προς ορισμένα μόνο κεφάλαια ή βάσεις της αγωγής ή προς ορισμένους μόνο διαδίκους ενώ ως προς τα υπόλοιπα κεφάλαια ή βάσεις ή ως προς τους υπόλοιπους διαδίκους η διαφορά δεν τέμνεται οριστικώς αλλά εξακολουθεί να είναι εκκρεμής. Το αποτέλεσμα αυτό διατυπώνεται με σχετική διάταξη στο διατακτικό, το οποίο αποτελεί την ουσία της απόφασης και περιέχει τη θέληση και διαταγή του Δικαστηρίου, ή και στο σκεπτικό, αλλά ρητώς και σαφώς. Εξαίρεση του κανόνα, ότι η έφεση δεν χωρεί κατά απόφασης εν μέρει οριστικής, προβλέπεται στο νόμο όταν δικάζεται αγωγή και ανταγωγή, ενώ στην περίπτωση εκείνη κατά την οποία εκδοθεί οριστική απόφαση επί της μιας από αυτές, συγχωρείτε έφεση, μολονότι δεν έχει περατωθεί οριστικώς η διαφορά επί της άλλης.

Παράλληλα, είναι κρίσιμο να τονιστεί ότι, με την άσκηση της έφεσης κατά της οριστικής απόφασης θεωρείται ότι έχουν συμπροσβληθεί και οι προεκδοθείσες μη οριστικές αποφάσεις και αν η έφεση δεν απευθύνεται ρητώς εναντίον τους. Οι ως άνω αποφάσεις θεωρούνται συνεκκληθείσες κατά τις μη οριστικές τους διατάξεις, εφόσον επί των διατάξεων αυτών στηρίχθηκε η οριστική απόφαση. Εάν η απόφαση που εκδόθηκε πριν από την οριστική περιέχει και οριστικές διατάξεις δεν θεωρείται και ως προς αυτές συνεκκληθείσα, παρά μόνο αν η έφεση διατυπώνεται ρητώς κατά αυτής. Ωστόσο, εάν απορριφθεί η έφεση ως απαράδεκτη, επειδή ασκήθηκε κατά αποφάσεως που δεν είχε ακόμη καταστεί οριστική, δεν αποκλείεται η άσκηση νέας έφεσης, όταν η απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου καταστεί οριστική, αφού η έφεση αυτή δεν θεωρείται ότι προσκρούει στην απαγορευτική διάταξη του άρθρου 514 KΠολΔ, η οποία προϋποθέτει δυνατότητα ασκήσεως μιας εφέσεως.

Το δικαστήριο στην παραπάνω απόφαση έκρινε ότι η εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία υπήχθη η εφεσίβλητη στις προστατευτικές διατάξεις του Νόμου Κατσέλη και ρυθμίστηκαν τα χρέη αυτής προσωρινά μέχρι την επανεξέταση της υπόθεσής της, είναι εν μέρει οριστική, καθώς με αυτή δεν εξαντλείται το προβλεπόμενο από το νόμο χρονικό διάστημα καταβολών, για το λόγο αυτό ορίστηκε νέα δικάσιμος προκειμένου το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο να κρίνει οριστικά αναφορικά με τη ρύθμιση του άρθρου 8 ν. 3869/2010.

*Της Σουζάνας Κλημεντίδη, Δικηγόρου

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr