Σουζάνα Κλημεντίδη: Ρύθμιση δανειακών οφειλών και προσβολές σε βάρος της προσωπικότητας

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 57 ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να ζητήσει την άρση της προσβολής και τη μη επανάληψή της στο μέλλον.

NEWSROOM
Σουζάνα Κλημεντίδη: Ρύθμιση δανειακών οφειλών και προσβολές σε βάρος της προσωπικότητας

Ο ν. 3869/2010 παρέχοντας ένα ισχυρό πλέγμα προστασίας της πρώτης κατοικίας συνέβαλε καθοριστικά κατά την -δύσκολη για τη χώρα- περίοδο εφαρμογής του στην αντιμετώπιση ενός προβλήματος μείζονος κοινωνικής σημασίας. Σήμερα η προστασία της κύριας κατοικίας λαμβάνει την αναγκαία προστασία είτε μέσω της υπαγωγής των υπερχρεωμένων οφειλετών στην πλατφόρμα του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών είτε μέσω των διμερών διαπραγματεύσεων οι οποίες έχουν ως τερματικό σταθμό την σύναψη σύμβασης για τη ρύθμιση των συγκεκριμένων οφειλών. Πολλές φορές, ωστόσο, αρκετοί οφειλέτες βρίσκονται αντιμέτωποι είτε με καταστάσεις κατά τις οποίες αν και είναι, εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον, πολύ κοντά στη σύναψη σύμβασης για τη ρύθμιση οφειλών με τις εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων, δεν οδηγούνται σε θετικό αποτέλεσμα, είτε με το φαινόμενο να υπάρχει ρητή συμφωνία η οποία ωστόσο στη συνέχεια παραβιάζεται. Υπό το φως των συγκεκριμένων ζητημάτων, η δεύτερη περίπτωση πώς μπορεί αποτελεσματικά να αντιμετωπιστεί ώστε να εξαλειφθεί το αίσθημα ανασφάλειας που γεννάται στους δανειολήπτες ακόμη και μετά τη σύναψη της σύμβασης;

Πρώτα απ’ όλα εξαιρετικά βοηθητικό για την αντιμετώπιση της παραπάνω περίπτωσης είναι η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ κατά την οποία η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται, αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Μόνο το γεγονός, όμως, ότι η άσκηση του δικαιώματος στη συγκεκριμένη περίπτωση επιφέρει βλάβη, έστω και μεγάλη, στον οφειλέτη, δεν αρκεί για να χαρακτηρίσει ως καταχρηστική την άσκησή του, αλλά πρέπει να συνδυάζεται και με άλλες περιστάσεις, όπως συμβαίνει όταν ο δανειστής δεν έχει στην πραγματικότητα συμφέρον από την άσκηση του δικαιώματος του. Στο πλαίσιο αυτό ο δανειστής, ο οποίος ασκώντας συμβατικό δικαίωμά του επιδιώκει την είσπραξη της απαίτησής του, ενεργεί ασφαλώς προς ικανοποίηση θεμιτού συμφέροντος του, συνυφασμένου με τη διαχείριση της περιουσίας του, τον τρόπο της οποίας αυτός ελεύθερα κατ’ αρχήν αποφασίζει, εκτός και πάλι αν στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει υπέρβαση και μάλιστα προφανής των αρχών της καλής πίστης, των χρηστών ηθών και του κοινωνικοοικονομικού σκοπού του δικαιώματος. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ασκώντας αποφασιστική επίδραση στην ανάπτυξη και στη λειτουργία των χρηματοδοτούμενων ιδιωτών ή επιχειρήσεων, έχουν αυξημένη ευθύνη κατά την άσκηση του χρηματοδοτικού τους έργου και οφείλουν να μεριμνούν για τα συμφέροντα των επιχειρήσεων που χρηματοδοτούν, αφού από τη φύση της η πιστωτική σχέση, ως διαρκής έννομη σχέση ιδιαίτερης εμπιστοσύνης μεταξύ των συμβαλλόμενων, επιβάλλει την υποχρέωση πίστης και προστασίας από την πλευρά των τραπεζών των συμφερόντων των πελατών τους, ώστε να αποφεύγονται υπέρμετρα επαχθείς γι’ αυτούς συνέπειες. Υπό αυτή την έννοια, η άσκηση των δικαιωμάτων τους θα πρέπει να καθορίζεται από τις αρχές της καλόπιστης και σύμφωνης με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη εκπλήρωσης των οφειλόμενων παροχών (ΑΚ 178, 200, 288) και να αποφεύγεται αντίστοιχα κάθε κατάχρηση στη συμπεριφορά τους.

Οι παραπάνω βέβαια θέσεις αποκτούν ιδιαίτερη αξία διότι συναρτώνται και με την προστασία απέναντι σε προσβολές της προσωπικότητας, που αναμφίβολα συντελούνται όταν οι συμβάσεις ρύθμισης οφειλών τίθενται εκποδών. Προς τούτο, λοιπόν, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 57 ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να ζητήσει την άρση της προσβολής και τη μη επανάληψή της στο μέλλον. Προσβολή προσωπικότητας συνιστούν πράξεις που περιέχουν υποβάθμιση ή αμφισβήτηση της προσωπικής και επαγγελματικής προσωπικότητας του ατόμου, ακόμα και αν αυτές τον καθιστούν απλά ύποπτο, ήτοι ότι μετέρχεται ανέντιμες μεθόδους κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του, ή άλλων εκφάνσεων της ζωής του. Συνεπώς, η προσβολή της προσωπικότητας είναι παράνομη όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή σε ενάσκηση μικρότερης σπουδαιότητας δικαιώματος ή κάτω από περιστάσεις που καθιστούν καταχρηστική την άσκησή του. Μάλιστα, ειδικής μνείας χρήζει το γεγονός ότι, ο νόμος καθιερώνει αντικειμενική ευθύνη του προσβάλλοντος, μόνο ως προς την αξίωση άρσης της προσβολής και παράλειψής της στο μέλλον, ενώ για την αξίωση χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης, απαιτεί και το στοιχείο της υπαιτιότητας.

Υπό τα παραπάνω δεδομένα, οι συμπεριφορές εκείνες κατά τις οποίες αποδεικνύεται έλλειψη σεβασμού στους κανόνες δικαίου και της συναλλακτικής ηθικής, όπως συμβαίνει λχ. είτε με τις εξώδικες δηλώσεις – οχλήσεις των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων για την τήρηση της σύμβασης της ρύθμισης οφειλών, όταν αυτή τηρείται στο ακέραιο, πολλώ δε μάλλον όταν στις συγκεκριμένες περιπτώσεις συντελείται και καταγγελία της σύμβασης περί ρύθμισης οφειλών, έρχονται σε αντίθεση με την υποχρέωση πίστης και προστασίας των συμφερόντων των αντισυμβαλλομένων, οι οποίοι εξ άλλου προσέφυγαν σε αυτές τις λύσεις επιζητώντας οριστικές και αταλάντευτες λύσεις για την κατοχύρωση της οικονομικής τους θέσης. Βέβαια, όπως κατέστη αντιληπτό και παραπάνω, τέτοιες -επαναλαμβανόμενες πολλές φορές- συμπεριφορές έχοντας το στοιχείο της προσβολής και της απαξίας προς το πρόσωπο των αντισυμβαλλομένων είναι βέβαιο ότι ταυτόχρονα ενεργοποιούν και την προστασία που ορίζει ο νόμος για προσβολές απέναντι στην προσωπικότητα.

*Σουζάνα Κλημεντίδη, Δικηγόρος

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ