Σουζάνα Κλημεντίδη: «Στοπ» στα σχέδια αναγκαστικής εκτέλεσης – Εξέλιπε η ενεργητική νομιμοποίηση της εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων

“Μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις, εφόσον η απαίτηση και το οφειλόμενο ποσό αποδεικνύεται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο”, λέει απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

NEWSROOM
Σουζάνα Κλημεντίδη: «Στοπ» στα σχέδια αναγκαστικής εκτέλεσης – Εξέλιπε η ενεργητική νομιμοποίηση της εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων

«Στοπ» στην αναγκαστική εκτέλεση είπε πρόσφατα το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά στην με αρ. 1505/2024 απόφασή του, κρίνοντας ότι από τα προσκομιζόμενα έγγραφα κατά την έκδοση της επίδικης διαταγής πληρωμής δεν αποδείχθηκε η ενεργητική νομιμοποίηση της εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων σχετικά με την επίμαχη απαίτηση.

Σύμφωνα με το δικαστήριο, από τα άρθρα 623 και 624 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις, εφόσον η απαίτηση και το οφειλόμενο ποσό αποδεικνύεται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, δεν εξαρτάται από αίρεση, προθεσμία, όρο ή αντιπαροχή και το ποσό των χρημάτων που οφείλεται είναι ορισμένο.

Εξάλλου, από τις διατάξεις των παρ. 1 και 3 του άρθρου 626 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η αίτηση για την έκδοση διαταγής πληρωμής, που καταθέτει ο δικαιούχος της απαίτησης (άρθρο 106 ΚΠολΔ) στη γραμματεία του δικαστηρίου, πρέπει να περιέχει, εκτός άλλων στοιχείων, την απαίτηση και το ακριβές ποσό των χρημάτων με τους τυχόν οφειλομένους τόκους, των οποίων ζητείται η καταβολή και ότι σ’ αυτή πρέπει να επισυνάπτονται όλα τα έγγραφα από τα οποία προκύπτει η απαίτηση και το ποσό της, καθώς και το πρόσωπο του δικαιούχου και του οφειλέτη, στα οποία -σε περίπτωση ειδικής ή καθολικής διαδοχής στο πρόσωπο του αιτούντος ή του καθ’ ου η αίτηση- περιλαμβάνονται και τα απαιτούμενα προς τούτο νομιμοποιητικά έγγραφα. Αν δεν προσκομισθούν στον αρμόδιο δικαστή το αργότερο πριν την έκδοση της διαταγής πληρωμής τα ανωτέρω έγγραφα, ο τελευταίος οφείλει, κατ’ άρθρο 628 παρ. 1 ΚΠολΔ, να απορρίψει τη σχετική αίτηση ως απαράδεκτη. Αν δε παρά την έλλειψη της διαδικαστικής αυτής προϋπόθεσης εκδοθεί διαταγή πληρωμής, αυτή ακυρώνεται ύστερα από ανακοπή του καθ’ ου η διαταγή, κατά τα άρθρα 632 και 633 ΚΠολΔ. Η ακύρωση της διαταγής πληρωμής στην περίπτωση αυτή απαγγέλλεται, λόγω διαδικαστικού απαραδέκτου, ανεξαρτήτως της ύπαρξης και της δυνατότητας απόδειξης της ουσιαστικής απαίτησης με τη βραδύτερη προσαγωγή των ως άνω αποδεικτικών εγγράφων. Έτσι το δικαστήριο, που δικάζει την ανακοπή, αν από τα έγγραφα, που προσκομίστηκαν μέχρι την ημέρα έκδοσης της διαταγής πληρωμής, δεν αποδεικνύεται η απαίτηση και το ποσό της, καθώς και η νομιμοποίηση του αιτούντος και του καθ' ου η αίτηση σε περίπτωση διαδοχής, δεν μπορεί να διαγνώσει, στηριζόμενο σε άλλα στοιχεία, διαφορετικά από αυτά, που προσκομίστηκαν και υποβλήθηκαν στο δικαστή που εξέδωσε τη διαταγή και συγκεκριμένα σε έγγραφα προσκομιζόμενα το πρώτον στη δίκη της ανακοπής, αλλά οφείλει να δεχθεί το αίτημα της ανακοπής και να ακυρώσει τη διαταγή πληρωμής, λόγιο διαδικαστικού απαραδέκτου, χωρίς όμως η απόφαση αυτή να παράγει δεδικασμένο ως προς την ύπαρξη της απαίτησης, η οποία δεν διαγνώστηκε.

Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 925 παρ. 1 του ΚΠολΔ, ο καθολικός ή ειδικός

διάδοχος του δικαιούχου οφείλει να κοινοποιήσει στον καθ' ου η εκτέλεση επιταγή προς εκτέλεση και τα νομιμοποιούντο αυτόν έγγραφα. Η υποχρέωση αυτή επιβάλλεται τόσο για την έναρξη, όσο και για τη συνέχιση της εκτέλεσης που εκκίνησε από τον δικαιοπάροχο, είναι δε ανεξάρτητη και πρέπει να γίνεται ακόμα και όταν ο καθ’ ου η εκτέλεση έλαβε με άλλο τρόπο γνώση της διαδοχής. Ως έγγραφα που νομιμοποιούν τον διάδοχο νοούνται αυτά που αποδεικνύουν τη διαδοχή και πρέπει να κοινοποιούνται, είτε αυτά είναι δημόσια είτε ιδιωτικά.

Η παράβαση του άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ συνεπάγεται ακυρότητα της εκτέλεσης ανεξαρτήτως βλάβης, δεδομένου ότι η φράση του νόμου «δεν δύναται να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση» είναι ισοδύναμη με την απειλή ακυρότητας. Η αναγκαστική εκτέλεση βάζει μεν συνήθως τον τύπο πριν από την ουσία, όχι, όμως, σε βαθμό που εγγίζει τα όρια της κατάχρησης. Κατ’ ανάγκη λοιπόν όπως άλλωστε υποδεικνύει η ίδια η ρύθμιση του νόμου, πρέπει να επιλεγούν εκείνα μόνο τα έγγραφα, που υποδεικνύουν την συντέλεση της διαδοχής και στοιχειοθετούν τη νομιμοποίηση της διαδόχου εταιρείας. Έπεται πως τα έγγραφα τα οποία είναι προγενέστερα και μη ουσιώδη για την θεμελίωση της ειδικής διαδοχής και τη νομιμοποίηση του επισπεύδοντος δεν κοινοποιούνται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 925 παρ. 1 του ΚΠολΔ. Το ίδιο ισχύει και για τα έγγραφα που είναι μεταγενέστερα της διαδοχής και δεν επηρεάζουν καθόλου τη διαδοχή που έχει ήδη επέλθει. Ο ανακόπτων επομένως, μπορεί να αμφισβητήσει την ενεργητική νομιμοποίηση βάσει των έγγραφων που του έχουν κοινοποιηθεί επικαλούμενος έλλειψη των απαιτούμενων εγγράφων, εφόσον αυτά που του έχουν κοινοποιηθεί δεν θεμελιώνουν την επικαλούμενη διαδοχή.

* Της Σουζάνας Κλημεντίδη, Δικηγόρου

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr