Η δολοφονία της μοναχής Βασιλικής το 2009, η δίκη και οι ανατροπές στην υπόθεση
Στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Πειραιά αναβιώνει η δολοφονία της μοναχής Βασιλικής Δικαίου και της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά της κωφάλαλης αδελφής της Ευφροσύνης τον Φεβρουάριο του 2009 στην Μονή «Παναγία Μυρτιδιώτισσα» στη Σαλαμίνα. Στο εδώλιο κάθεται ο 26χρονος Ι.Κ. που κατά το παραπεμπτικό βούλευμα στραγγάλισε τη Βασιλική Δικαίου και προσπάθησε να σκοτώσει και την αδελφή της […]
Στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Πειραιά αναβιώνει η δολοφονία της μοναχής Βασιλικής Δικαίου και της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά της κωφάλαλης αδελφής της Ευφροσύνης τον Φεβρουάριο του 2009 στην Μονή «Παναγία Μυρτιδιώτισσα» στη Σαλαμίνα.
Στο εδώλιο κάθεται ο 26χρονος Ι.Κ. που κατά το παραπεμπτικό βούλευμα στραγγάλισε τη Βασιλική Δικαίου και προσπάθησε να σκοτώσει και την αδελφή της με τον ίδιο τρόπο, ωστόσο η τελευταία επέζησε. Ο κατηγορούμενος αρνείται την κατηγορία που του αποδίδεται , υποστηρίζοντας ότι δεν είχε κίνητρο να δολοφονήσει τις δύο γυναίκες. Αντιθέτως «δείχνει» προς την πλευρά της οικογένειάς τους που θα επωφελούνταν από την περιουσία τους.
Το φονικό
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, το έγκλημα τελέστηκε βραδινές ώρες της 16ης Φεβρουαρίου του 2009. Από την έκθεση αυτοψίας και κατάσχεσης που έγινε από την Ασφάλεια δεν βρέθηκαν ίχνη παραβίασης της Μονής όπου διαβιούσαν οι δύο αδελφές, ούτε έλειπε κάτι ενώ ο χώρος δεν ήταν αναστατωμένος. Το έγκλημα έγινε γνωστό πρωινές ώρες της επόμενης ημέρας όταν η αδελφή του θύματος που ο δράστης είχε δέσει και φιμώσει κατάφερε να λυθεί , να βγει έξω και να ζητήσει βοήθεια από τους γείτονες.
Το αξιοσημείωτο είναι ότι η γυναίκα από την πρώτη στιγμή , με τον τρόπο που αυτή επικοινωνούσε λόγω της κωφαλαλίας της, «έδειξε» ως δράστη συγγενικό της πρόσωπο.
Ο ισχυρισμός της δεν έγινε δεκτός καθώς όπως επισημαίνεται στο βούλευμα εκτός των άλλων προβλημάτων «πιθανότατα σε χρόνο προγενέστερο της τέλεσης των εγκλημάτων, έπασχε από ψυχολογικά προβλήματα.» Και λόγω αυτών κρίθηκε αναγκαία η νοσηλεία της σε ψυχιατρικό κατάστημα, κάτι που έγινε δύο ημέρες μετά τη δολοφονία της αδελφής της.
Βάση μαρτυρικής κατάθεσης, οι υποψίες αρχικώς έπεσαν σε ανιψιό των δύο μοναχών, με ιστορικό χρήσης ναρκωτικών ουσιών, καθώς γειτόνισσα υποστήριξε ότι τον είδε την επίμαχη μέρα να περιφέρεται πέριξ της Μονής. Το κίνητρό του θεωρήθηκε ότι ήταν πιθανόν τα χρήματα που είχε πάρει η μοναχή πρόσφατα από την πώληση ενός ακινήτου της. Το γενετικό του υλικό όμως δεν ταίριαζε με αυτό που εντοπίστηκε στα νύχια της θανούσας ούτε βρέθηκαν αποτυπώματά του στο χώρο που τελέστηκε το έγκλημα. Έτσι ο ύποπτος αφέθηκε ελεύθερος και η δικογραφία έκλεισε με την ένδειξη «αγνώστων δραστών». Το 2017 όμως , το «άγνωστο» έως τότε γενετικό υλικό ταυτοποιήθηκε με αυτό του 26χρονου κατηγορούμενου. Αυτό ήταν και το βασικό στοιχείο που τον έστειλε στο εδώλιο.
Τι λέει η υπεράσπιση
Σύμφωνα με τους αυτοτελείς ισχυρισμούς που κατέθεσε στο δικαστήριο ο συνήγορός του Γιάννης Γλύκας, ο εντολέας του «ουδέποτε θα σκότωνε άνθρωπο. Κατοικούσε στην Σαλαμίνα Αττικής το έτος 2009 κοντά στο νεκροταφείο σε δύο παράγκες μαζί με την οικογένειά του, τους γονείς του, τα αδέρφια του και τα παιδιά του. Δεν κατοικούσε σε καταυλισμό τσιγγάνων που υπήρχαν στην Σαλαμίνα. Σε ερώτηση που του ετέθη από τον κύριο ανακριτή απάντησε ότι δεν είναι σίγουρος για το αν ήξερε τις δύο παθούσες, καθώς ο ίδιος συναντούσε μία μοναχή μαζί με μία γηραιά κυρία που ήταν μαζί της στο συσσίτιο στην εκκλησία που ήταν στο κέντρο της Σαλαμίνας και ότι πήγαινε εκεί για να πάρει συσσίτιο για εκείνον και την οικογένεια του. Εκεί στην εκκλησία μία μοναχή του έδινε συσσίτιο , ενώ ίδιος όπως είχε καταθέσει ουδέποτε είχε επισκεφτεί το μοναστήρι Παναγία Μυρτιδιώτισσα στη Σαλαμίνα όπου έμεναν οι δύο παθούσες…Όσον αφορά το γεγονός ότι ανευρέθηκε ελάχιστο γεννητικό υλικό σε ένα από τα νύχια της παθούσας, ο εντολέας μου αμφισβητεί έντονα την ταυτοποίηση του DNA του από την ΔΕΕ και η μόνη λογική εξήγηση που δύναται να δώσει από την πρώτη στιγμή είναι ότι μπορεί να βρέθηκε επειδή ίσως του προσέφερε φαγητό από το συσσίτιο της εκκλησίας όπου πήγαινε και ο ίδιος και κάποιες φορές την βοηθούσε με τις τσάντες που κουβαλούσε να μεταβεί στην πλησιέστερη στάση του λεωφορείου που υπήρχε κοντά στην εκκλησία…Σε κάθε περίπτωση από το σύνολο της δικογραφίας δεν υπάρχει ούτε ένα ενοχοποιητικό σε βάρος του εντολέα μου στοιχείο για τα αποδοθέντα σε βάρος του αδικήματα εκτός από το ελάχιστο γενετικό υλικό το οποίο ανευρέθηκε σε ένα από τα νύχια της θανούσης και την ταυτοποίηση του οποίου σε κάθε περίπτωση αμφισβητεί. Ο ίδιος άλλωστε δεν είχε κανένα λόγο να θανατώσει την παθούσα ούτε και την αδερφή της καθώς όπως προκύπτει από την δικογραφία σκοπός του δράστη δεν ήταν η κλοπή ούτε χρημάτων ούτε αντικειμένων αξίας αφού από το μοναστήρι όπως έχει εκτεθεί δεν εξέλιπε τίποτα. Ο εντολέας μου έχει κατηγορηθεί για μικροκλοπές στο παρελθόν και αν σκοπός του ήταν να κλέψει, τότε θα έχει ολοκληρώσει το σκοπό για τον οποίο θα είχε μεταβεί στο μοναστήρι. Όμως ούτε η εκδοχή αυτή μπορεί σε καμία περίπτωση να στοιχειοθετηθεί. Αντιθέτως από το σύνολο της δικογραφίας έχουμε την κατάθεση της ίδιας της παθούσας της παθούσας της Ευφροσύνης Δικαίου η οποία δια μέσω των μαρτύρων οι οποίοι πρώτη την είδαν και κατέθεσαν κατονόμασε τον δράστη της σε βάρος τους πράξεις.
Και μπορεί να καταβλήθηκε ιδιαίτερη προσπάθεια να παρουσιαστεί ως ψυχικά ασθενής η εν λόγω παθούσα ώστε η κατάθεση που ενδεχομένως θα έδινε να μην μπορούσε να κριθεί αξιόπιστη αλλά από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι δεν ήταν δυνατό να κατανοήσει το τι συμβαίνει γύρω της αλλά και να συνεννοηθεί με τον υπόλοιπο κόσμο… Από το γεγονός ότι η παθούσα βγήκε ζήτησε βοήθεια από τους γείτονες, καταλάβαινε ότι την ρωτούσαν και απαντούσε κανονικά, καθώς και το γεγονός ότι ίδια με την επιστροφή της ξανά στο μοναστήρι είδε την αδελφή της πεσμένη στο έδαφος και καλούσε άμεσα σε βοήθεια, αντικατοπτρίζει ένα άτομο το οποίο έχει πλήρη συναίσθηση και αντίληψη του τι συνέβη γύρω του. Επιπλέον, κανένας από τους μάρτυρες δεν ανέφερε ότι η Ευφροσύνη Διακαίου ήταν άτομο με τέτοιο χαμηλό δείκτη νοημοσύνης που δεν ήταν δυνατό να συνεννοηθεί. Αντιθέτως όλοι οι μάρτυρες κατέθεσαν ότι ουδέποτε στο παρελθόν η ίδια είχε νοσηλευτεί σε κλινική, ούτε έκαναν λόγο για γεροντική άνοια. Οι μάρτυρες κατέθεσαν ότι ήταν απλώς κωφάλαλη αλλά ότι συνεννοούνταν κανονικά μαζί της. Επιπλέον, ακόμη και ο γιατρός που την εξέτασε μετά το συμβάν δε μίλησε για άτομο το οποίο δεν έχει αντίληψη του τι συμβαίνει γύρω του αλλά για ένα άτομο με δείκτη νοημοσύνης κάτω του φυσιολογικού χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν δύναται να κατανοήσει βασικά γεγονότα, όπως άλλωστε φαίνεται ότι κατανοούσε και μετά το συμβάν όταν βγήκε έξω και ζητούσε βοήθεια και καλούσε τις γειτόνισσες να πάνε να βοηθήσουν την αδερφή της. Επιπλέον, ακόμα και η εισαγωγή της στο Δαφνί πραγματοποιήθηκε επιμέλεια κάποιου συγγενικού της προσώπου αμέσως μετά το συμβάν, όταν η ίδια η παθούσα ουδέποτε στο παρελθόν είχε νοσηλευτεί ξανά. Ακόμα και ο ίδιος ο γιατρός που την εξέτασε μετά το συμβάν κατέθεσε ότι για περαιτέρω ψυχιατρικό έλεγχο πρέπει να διακομιστεί σε νοσοκομείο για να εξεταστεί και ότι ο ίδιος δεν δύναται να αξιολογήσει την κατάσταση περαιτέρω. Βέβαια άξιο σχολιασμού είναι το γεγονός ότι έγινε μια φιλότιμη προσπάθεια από την οικογένεια της παθούσας αμέσως μετά το συμβάν να την παρουσιάσουν ως το πλέον επικίνδυνο άτομο το οποίο θα έκανε κακό στον εαυτό της και σε άλλους ενώ όλοι οι μάρτυρες της γειτονιάς ουδέποτε έκαναν αναφορά για επικινδυνότητα και επιθετικότητα της ίδιας…».
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr