Στο «μικροσκόπιο» ομάδας εργασίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης η διάταξη του Π.Κ. για τη δυσφήμιση – Εξετάζεται η κατάργησή της
Ομάδα εργασίας με αντικείμενο την κατάργηση της διάταξης 362 Π.Κ. περί δυσφήμισης συγκροτήθηκε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης. Η απόφαση ελήφθη μετά τις αλλεπάλληλες καταδίκες που έχει «εισπράξει» η χώρας μας τα τελευταία χρόνια από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) βασικά για παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης. Καταδίκες που συνοδεύονται βεβαίως με πρόστιμα τα οποία […]
Ομάδα εργασίας με αντικείμενο την κατάργηση της διάταξης 362 Π.Κ. περί δυσφήμισης συγκροτήθηκε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης. Η απόφαση ελήφθη μετά τις αλλεπάλληλες καταδίκες που έχει «εισπράξει» η χώρας μας τα τελευταία χρόνια από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) βασικά για παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης. Καταδίκες που συνοδεύονται βεβαίως με πρόστιμα τα οποία καλείται να πληρώνει η Ελλάδα από τη στιγμή που καταδικάζονται άτομα στα ελληνικά δικαστήρια βάση της εν λόγω διάταξης. Και κυρίως δημοσιογράφοι, ακόμη κι αν τα ρεπορτάζ τους παρουσιάζουν πραγματικά περιστατικά καθώς ως επί τω πλείστον δεν λαμβάνεται υπόψη αυτό αλλά αν ένα δημοσίευμα θίγει την τιμή και την υπόληψη αυτού στον οποίο αναφέρεται.
Μάλιστα η χώρα μας έχει μπει και σε καθεστώς αυξημένης εποπτείας από την Επιτροπή Υπουργών που παρακολουθεί τη συμμόρφωσή μας καθώς ενώπιον της εκκρεμούν δέκα τέτοιες υποθέσεις που αφορούν στην ελευθερία έκφρασης (παραβίαση του άρθρου 10 ΕΣΔΑ) και για τις οποίες η Ελλάδα έχει καταδικαστεί από το ΕΔΔΑ.
Οι διαπιστώσεις του ΕΔΔΑ
Οι εν λόγω υποθέσεις χωρίζονται σε δύο ομάδες. Στην πρώτη διαπιστώθηκε από το Δικαστήριο παραβίαση του δικαιώματος ελευθερίας της έκφρασης, λόγω ποινικής καταδίκης των προσφευγόντων για εξύβριση (αρ. 361ΠΚ), δυσφήμιση (αρ. 362ΠΚ) ή συκοφαντική δυσφήμιση (αρ. 363ΠΚ), την οποία το Δικαστήριο έκρινε δυσανάλογη. Οι περισσότερες, ωστόσο, καταδικαστικές αποφάσεις αφορούσαν κυρίως στην απλή δυσφήμιση, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 362 ΠΚ.
Στις υποθέσεις που εντάσσονται στην δεύτερη ομάδα το Δικαστήριο διαπίστωσε επίσης παραβίαση του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης (αρ. 10 ΕΣΔΑ) των προσφευγόντων (οι περισσότεροι των οποίων ήταν δημοσιογράφοι) επειδή υποχρεώθηκαν να καταβάλουν, δυνάμει δικαστικών αποφάσεων ελληνικών πολιτικών δικαστηρίων (συμπεριλαμβανομένου και του ΑΠ), χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και προσβολής της προσωπικότητας των εναγόντων, σύμφωνα με τα αρ. 914 ΑΚ και 57 ΑΚ σε συνδυασμό με τα αρ. 361 και 362 ΠΚ .
Παραδοχές του Δικαστηρίου στη σχετική νομολογία
Στις παραπάνω αποφάσεις το Δικαστήριο επανέλαβε ότι «η ελευθερία της έκφρασης αποτελεί ένα από τα βασικά θεμέλια κάθε δημοκρατικής κοινωνίας, μια από τις πρωταρχικές προϋποθέσεις για την πρόοδο και ανάπτυξη του ατόμου». Το Δικαστήριο επίσης αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην προστασία της ελευθερίας του Τύπου, τον οποίο χαρακτηρίζει «δημόσιο φύλακα» σε μια δημοκρατική κοινωνία, καθώς έχει ως αποστολή να μεταδίδει πληροφορίες και ιδέες σχετικά με ζητήματα δημόσιου συμφέροντος και να συμβάλλει κατ’ αυτόν τον τρόπο στο δημόσιο διάλογο και την πολιτική διαδικασία ενός κράτους δικαίου . Προκειμένου ο Τύπος να επιτελέσει το ρόλο του χωρίς παρεμβάσεις του αναγνωρίζεται ένα περιθώριο υπερβολής ακόμα και προκλητικότητας σύμφωνα με τη νομολογία του ΕΔΔΑ. Το Δικαστήριο αναγνωρίζει ευρύτατη προστασία στις πηγές των δημοσιογράφων. Η εσωτερική έννομη τάξη οφείλει να παρέχει διαδικασία με τις κατάλληλες νομικές εγγυήσεις ώστε να ελέγχεται αμερόληπτα εάν υπερτερεί το δημόσιο συμφέρον σε σχέση με την προστασία των δημοσιογραφικών πηγών.
Όσον αφορά στις προϋποθέσεις επιτρεπτής παρέμβασης στο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης, σε όλες τις παραπάνω υποθέσεις το Δικαστήριο έκρινεότι η παρέμβαση προβλεπόταν από διάταξη νόμου (άρθρα 361 (εξύβριση), 362 (δυσφήμιση), 362 (συκοφαντική δυσφήμιση) του Ποινικού Κώδικα, 57 και 914 του Αστικού Κώδικα (προσβολή προσωπικότητας) και το Ν. 1178/1981) η οποία προστάτευε την φήμη και την τιμή ενός προσώπου. Εξετάζοντας την αναγκαιότητα της παρέμβασης σε μια δημοκρατική κοινωνία, το Δικαστήριο εφάρμοσε τα κριτήρια που προκύπτουν από τη νομολογία του, ήτοι:
- Διάκριση μεταξύ «γεγονότων» και «αξιολογικών κρίσεων»
- Έκφραση απόψεων για πολιτικά πρόσωπα στο πλαίσιο διαλόγου δημοσίου ενδιαφέροντος
- Ελευθερία του Τύπου
- Η αυστηρότητα των επιβαλλόμενων από τα εθνικά δικαστήρια κυρώσεων
Αναλυτικότερα, όσον αφορά στην ελευθερία του Τύπου, το Δικαστήριο θεωρεί ότι ο ρόλος των εθνικών δικαστηρίων σε μια δίκη για δυσφήμιση δεν συνίσταται στο να υποδεικνύει στον δημοσιογράφο το ύφος που όφειλε να έχει χρησιμοποιήσει όταν άσκησε το δικαίωμα άσκησης κριτικής, ακόμα και με δριμύ τρόπο. Κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, το στοιχείο που καλούνται να εξετάσουν τα εθνικά δικαστήρια είναι εάν το πλαίσιο της υπόθεσης, το ενδιαφέρον του κοινού και η πρόθεση του συντάκτη των επίδικων εκφράσεων δικαιολογούν, ενδεχομένως, τη χρήση από αυτόν πρόκλησης ή υπερβολής. Τέλος, κατά τη Νομολογία του ΕΔΔΑ, τα αρμόδια δικαστήρια θα έπρεπε να εξετάζουν τα δημοσιεύματα στο σύνολό τους και να επιδιώκουν να προσδιορίσουν το σκοπό του συντάκτη. Στην εν λόγω περίπτωση δίνεται η δυνατότητα του αρ.361 ΠΚ για την εξύβριση. Η καταδίκη δημοσιογράφων για δημοσίευση, έστω και δριμείων σχολίων, με πραγματική βάση (δηλαδή απλή δυσφήμιση 362ΠΚ) σε θέματα δημόσιου ενδιαφέροντος είναι αντίθετη στο άρθρο 10 ΕΣΔΑ.
Το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι ποινικές κυρώσεις δεν είναι κατ’ αρχήν ως τέτοιες ασυμβίβαστες με την ΕΣΔΑ. Ωστόσο, σύμφωνα με την πάγια αρχή του, το ΕΔΔΑ τονίζει ότι οι εθνικές αρχές πρέπει να είναι ιδιαιτέρως προσεκτικές ώστε οι κυρώσεις αυτές να μην αποθαρρύνουν τον Τύπο να λάβει μέρος σε μια συζήτηση για θέματα τα οποία εγείρουν δικαιολογημένη ανησυχία στην κοινή γνώμη. Επομένως, λόγω της σοβαρής επίπτωσης που δύναται να έχει μια ποινική κύρωση στην άσκηση της δημοσιογραφικής ελευθερίας και κατά προέκταση σε βάρος της κοινωνίας στο σύνολό της, επιβάλλεται αυστηρή τήρηση από τα δικαστήρια της αρχής της αναλογικότητας, ειδικά εφόσον το γεγονός στο οποίο αναφέρονται είναι αληθές. Αποτελεί πλέον πάγια νομολογία ότι η ποινική καταδίκη, η οποία στερεί από το δημοσιογράφο την άσκηση του επαγγέλματός του, θεωρείτε ιδιαιτέρως αυστηρή και ενισχύει περαιτέρω την αποτρεπτική επίδραση στον δημοσιογραφικό λόγο.
Εφόσον οι παραβιάσεις αυτές πηγάζουν από (περισσότερες) αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων θα μπορούσαμε να έχουμε προσκομίσει νεότερες αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων που να δείχνουν ότι η εθνική νομολογία έχει προσαρμοσθεί προς τις επιταγές του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ, έτσι όπως αυτό ερμηνεύεται από το Δικαστήριο του Στρασβούργου. Ωστόσο τέτοιες αποφάσεις δεν υπήρξαν και γι’ αυτό από την τακτική διαδικασία επιτήρησης η εν λόγω ομάδες υποθέσεων μεταφέρθηκαν στην ενισχυμένη εποπτεία από την Επιτροπή Υπουργών. Mε μοναδικό στόχο την συμμόρφωση προς τις επιταγές του ΕΔΔΑ, συγκροτήθηκε ομάδα εργασίας, η οποία εξετάζει ενδεχόμενη κατάργηση του άρθρου 362 ΠΚ, ώστε να αποσυρθούν αυτές οι υποθέσεις από την ενισχυμένη επιτήρηση και να σταματήσουν οι καταδικαστικές αποφάσεις του ΕΔΔΑ κατά της χώρας μας.
Πάνος Αλεξανδρής: «Αυτονόητη η εναρμόνιση με τις αποφάσεις του ΕΔΔΑ και του Συμβουλίου της Ευρώπης»
Λόγω των παραπάνω δεδομένων, η νυν ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης αποφάσισε να συγκροτήσει ομάδα εργασίας υπό την προεδρία του Γενικού Γραμματέα Δικαιοσύνης και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Πάνου Αλεξανδρή, η οποία καλείται μέχρι τις 30 Ιουνίου να καταθέσει την πρότασή της. Όπως δηλώνει ο κ. Αλεξανδρής στο dikastiko.gr «η απόφαση για συγκρότηση της Επιτροπής συνδέεται με την αυτονόητη υποχρέωσή μου για συμμόρφωση με τις αποφάσεις του ΕΔΔΑ. Ως Γενικός Γραμματέας Δικαιοσύνης και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων οφείλω να βοηθήσω τη χώρα μου να εναρμονίζεται με τις αποφάσεις του ΕΔΔΑ και τις συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης. Με τη σύσταση της επιτροπής άρχισε ένας εποικοδομητικός διάλογος με στόχο την εναρμόνιση με τις αποφάσεις του ΕΔΔΑ.»
Βάση της απόφασης του Υπουργού Δικαιοσύνης Κωνσταντίνου Τσιάρα που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ η ομάδα εργασίας έχει ως μέλη της τους:
- Αλεξανδρή Πάνο, Γενικό Γραμματέα Δικαιοσύνης και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ως Πρόεδρο.
- Στέργιου Ευαγγελία Εφέτη στο Εφετείο Αθηνών, αποσπασμένη στο Γραφείο Νομοθετικής Πρωτοβουλίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
- Νικολάου Νικόλαο, Αντεισαγγελέα Εφετών, αποσπα- σμένο στο Γραφείο του Υπουργού Δικαιοσύνης.
- Παπανδρέου Μαριαλένα, Δικηγόρο Αθηνών, Ειδική Συνεργάτιδα του Υφυπουργού Δικαιοσύνης.
- Πανουργία Παναγιώτα, Δικηγόρο Αθηνών, Ειδική Συνεργάτιδα του Γενικού Γραμματέα Δικαιοσύνης και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και
- ΛιαγκάκηΛοΐζο, Δικηγόρο Χαλκίδας.
Χρέη γραμματέα θα εκτελεί η Πανουργία Παναγιώτα, Δικηγόρος Αθηνών και Ειδική Συνεργάτιδα του Γενικού Γραμματέα Δικαιοσύνης και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Η ομάδας εργασίας έχει ως σκοπό την κατάργηση της διάταξης 362 Π.Κ. περί δυσφήμισης.
Στον Πρόεδρο, τα μέλη και στην εκτελούσα χρέη γραμματέα ουδεμία αποζημίωση καταβάλλεται.
Η ομάδας εργασίας οφείλει να παραδώσει τα πορίσματά της έως τις 30.06.2020.
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr