ΣΤΕ: Κατά πλειοψηφία «όχι» στην αφαίρεση εικόνων από τη δικαστική αίθουσα – Τι λέει η μειοψηφία
Η ανάρτηση θρησκευτικών εικόνων στα δημόσια κτίρια και στις δικαστικές αίθουσες δεν συνιστά παραβίαση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη. Αποτελεί μακροχρόνια πρακτική η οποία εμπίπτει κατ’ αρχήν στο περιθώριο εκτίμησης του ελληνικού κράτους, ενόψει και της συνταγματικής πρόβλεψης περί επικρατούσας θρησκείας στην Ελλάδα, που είναι η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού. Έτσι εναπόκειται στον νομοθέτη να αποφασίσει εάν θα διακόψει, κατά τρόπο γενικό και ενιαίο, τη μακροχρόνια αυτή πρακτική που ακολουθείται εθιμικά.
Με το σκεπτικό αυτό η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, σε παρεμπίπτουσα απόφαση της απέρριψε με ισχυρή πλειοψηφία το αίτημα της ένωσης Αθέων, που ζητούσαν την αποκαθήλωση της θρησκευτικής εικόνας που είναι αναρτημένη στην αίθουσα τηβέννων του ΣτΕ όπου συνεδρίαζε το δικαστήριο το περασμένο Μάιο για την υπόθεση της αναγραφής του θρησκεύματος στα απολυτήρια των μαθητών.
Το αίτημα της αφαίρεσης των θρησκευτικών συμβόλων από τη δικαστική αίθουσα τέθηκε λίγο πριν την έναρξη της συζήτησης ενώπιον της Ολομέλειας του ΣτΕ και υπό την προεδρεία της Προέδρου του Αικατερίνης Σακελλαροπούλου.
Αμεροληψία και θρησκευτική ουδετερότητα
Η ένωση Άθεων και λοιποί αιτούντες, υποστήριζαν ότι οι αιτήσεις ακυρώσεως που υπέβαλαν αποτελούν ειδικότερες εκφάνσεις του γενικότερου αιτήματος θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους, συνεπώς ζητούσαν την απόσυρση της θρησκευτικής εικόνας στο πλαίσιο του δικαιώματός τους για δίκαιη δίκη, σύμφωνα με το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ), σε συνδυασμό με το άρθρο 14 αυτής για την απαγόρευση διακρίσεων λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Οι αιτούντες υποστήριζαν ότι η δίκαιη δίκη προϋποθέτει την αμεροληψία και ανεξαρτησία του Δικαστηρίου όχι μόνον ως προς το ενδιάθετο φρόνημα των Δικαστών, αλλά και ως προς τα εξωτερικά στοιχεία της επιβαλλόμενης θρησκευτικής ουδετερότητας της αίθουσας, εντός της οποίας θα εκδικαστεί η υπόθεσή τους.
Στην παρεμπίπτουσα απόφαση τους οι ανώτατοι δικαστές αναφέρουν ότι η περιεχόμενη στο άρθρο 3 παρ. 1 του Συντάγματος αναφορά ότι «επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Aνατoλικής Oρθόδoξης Eκκλησίας τoυ Xριστoύ» αποτελεί διαπίστωση του πραγματικού γεγονότος ότι την θρησκεία αυτήν πρεσβεύει η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, ενώ δεν στερείται η αναφορά αυτή και ορισμένων κανονιστικών συνεπειών, όπως είναι η καθιέρωση χριστιανικών εορτών ως υποχρεωτικών αργιών σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα”.
Από την ίδρυση του Κράτους
Στο πλαίσιο αυτό – συνεχίζει η απόφαση – «ακολουθούνται εθιμικά ορισμένες πρακτικές σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση. Πράγματι, ήδη από την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους, αναρτώνται θρησκευτικές εικόνες ή σύμβολα στις αίθουσες των δικαστηρίων, όπως και σε άλλα δημόσια κτίρια (λ.χ. στις αίθουσες των σχολείων της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης), η πρακτική δε αυτή ακολουθείται παγίως και κατά τρόπο ομοιόμορφο από όλα τα δικαστήρια».Το Δικαστήριο επισημαίνει ότι οι αιτούντες δεν επικαλούνται, ούτε αποδεικνύουν οποιαδήποτε βλάβη που τυχόν υφίστανται από την τήρηση της παραπάνω πρακτικής, όπως, για παράδειγμα, επιρροή του θρησκευτικού συμβόλου στο φρόνημα των μελών της συνθέσεως που θα εκδικάσει την υπόθεσή τους, ή στην άσκηση των δικαιωμάτων τους στο ακροατήριο ή στον τρόπο διεξαγωγής της διαδικασίας, ούτε, άλλωστε, επικαλούνται ότι η διενέργεια διαδικαστικών πράξεων σε δικαστικές αίθουσες με αναρτημένα θρησκευτικά σύμβολα έχει επιδράσει, κατά τρόπο αντίθετο προς τη δικαστική αμεροληψία, στο περιεχόμενο απόφασης του δικαστηρίου, η οποία αφορά σε αντικείμενο ίδιο ή παρεμφερές με αυτό των εν λόγω αιτήσεων ακυρώσεως. Με τα δεδομένα αυτά, η Ολομέλεια έκρινε ότι το αίτημα αφαίρεσης της θρησκευτικής εικόνας από την αίθουσα συνεδριάσεων του Δικαστηρίου, ενόψει της εκδίκασης των συγκεκριμένων υποθέσεων, πρέπει να απορριφθεί. Ειδικότερα, το Δικαστήριο σημείωσε ότι δεν συντρέχει περίπτωση παραβίασης του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ από μόνη την διατήρηση, κατά την επίμαχη συνεδρίαση, της παραπάνω μακροχρόνιας πρακτικής, η οποία εμπίπτει κατ’ αρχήν στο περιθώριο εκτίμησης του ελληνικού κράτους, ενόψει και της συνταγματικής πρόβλεψης περί επικρατούσας θρησκείας. Το Δικαστήριο επεσήμανε ότι εναπόκειται στον νομοθέτη να αποφασίσει εάν θα διακόψει, κατά τρόπο γενικό και ενιαίο, τη μακροχρόνια αυτή πρακτική που ακολουθείται εθιμικά.
Η μειοψηφία
Πάντως τρεις από τους Συμβούλους Επικρατείας που μειοψήφησαν (Θ. Αραβάνη, Ο. Παπαδοπούλου και Α. Γαλενιανού – Χαλκιαδάκη) είχα την άποψη ότι το εξεταζόμενο αίτημα έπρεπε να γίνει δεκτό, διότι η εκδίκαση υποθέσεων με αντικείμενο την απάλειψη του θρησκεύματος από το απολυτήριο και τα πιστοποιητικά σπουδών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης εντός δικαστικής αίθουσας στην οποία είναι αναρτημένα θρησκευτικά σύμβολα, και μάλιστα του επίδικου θρησκεύματος, παραβιάζει το άρθρο 13 του Συντάγματος και τα άρθρα 6 παρ. 1 και 9 παρ. 1 της ΕΣΔΑ.
(Πηγή: adjustice.gr)
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr