ΕΔΔΑ: Καταβολή 23.000 ευρώ σε δύο δικηγόρους Αθηνών για τις αμοιβές τους σε υπόθεση απαλλοτρίωσης

Να καταβάλει το Ελληνικό Δημόσιο 23.000 ευρώ σε δύο δικηγόρους Αθηνών, καλεί το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ως χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη που υπέστησαν σχετικά με την είσπραξη της δικηγορικής αμοιβής τους και δικαστικών εξόδων σε υπόθεση απαλλοτρίωσης την οποία χειρίστηκαν. Οι δύο προσφεύγοντες (πατέρας και γιος) πέτυχαν την καταδίκη της χώρας μας […]

NEWSROOM

Να καταβάλει το Ελληνικό Δημόσιο 23.000 ευρώ σε δύο δικηγόρους Αθηνών, καλεί το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ως χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη που υπέστησαν σχετικά με την είσπραξη της δικηγορικής αμοιβής τους και δικαστικών εξόδων σε υπόθεση απαλλοτρίωσης την οποία χειρίστηκαν.

Οι δύο προσφεύγοντες (πατέρας και γιος) πέτυχαν την καταδίκη της χώρας μας στο ΕΔΔΑ καθώς το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι πληρεξούσιοι δικηγόροι σε υποθέσεις απαλλοτρίωσης έχουν δικαίωμα άσκησης ευθείας αγωγής προς επιδίωξη της επιδικασθείσας δικηγορικής αμοιβής και δικαστικής δαπάνης.

Δικαιώματα Δικηγόρων

Το δικαστήριο του Στρασβούργου κινήθηκε σε τρεις άξονες. Στην είσπραξη της επιδικασθείσας δικηγορικής αμοιβής και των δικαστικών εξόδων, στο δικαίωμα πρόσβασης σε δικαστήριο και στα δικαιώματα των δικηγόρων.

Οι δικηγόροι που εκπροσώπησαν τους εντολείς τους σε υπόθεση απαλλοτρίωσης, ζητούσαν να υποχρεωθεί η οφειλέτρια εταιρία να παρακαταθέσει τα επιδικασθέντα ποσά δικηγορικής αμοιβής και δικαστικής δαπάνης υπέρ του Δικηγορικού Συλλόγου του οποίου ήταν μέλη. Το Στρασβούργο έκρινε ότι η απόρριψη της αγωγής από τα εθνικά δικαστήρια συνιστά περιορισμό του δικαιώματος πρόσβασης των δικηγόρων σε δικαστήριο, κάτι που προσκρούει στην αρχή της αναλογικότητας.

Τα άρθρα 8 και 18 του Ν. 2882/2001, προβλέπουν ότι τόσο η δικαστική δαπάνη όσο και η αμοιβή των πληρεξουσίων δικηγόρων πρέπει να καθορίζονται από το δικαστήριο που θα επιδικάσει την αποζημίωση της απαλλοτρίωσης και θα πρέπει να κατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υπέρ του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου. Τα εθνικά δικαστήρια με το να απορρίψουν την αγωγή των δικηγόρων αποστέρησαν κατά παράβαση του 6-1 της ΕΣΔΑ το δικαίωμα άσκησης ευθείας αγωγής στα μέλη των Δικηγορικών Συλλόγων-δικαιούχους της αμοιβής, δεδομένο ότι από καμία διάταξη του ελληνικού δικονομικού μας συστήματος δεν προβλέπεται ρητά αφενός η δικονομική δυνατότητα του Δικηγορικού Συλλόγου προς άσκηση αγωγής για την αμοιβή των μελών του και αφετέρου η μη δυνατότητα του φορέα του δικαιώματος δικηγόρου να ασκήσει ευθεία αγωγή για την είσπραξη της αμοιβής του, μέσω κατάθεσης του ποσού στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο.

Κατά το ΕΔΔΑ το ως άνω νομοθετικό πλαίσιο και ο τρόπος εφαρμογής του από τα Ελληνικά δικαστήρια δεν προσέφερε στους προσφεύγοντες σαφή, πρακτική και αποτελεσματική ευκαιρία να διεκδικήσουν τις απαιτήσεις τους, καθώς δεν προέκυπτε με σαφήνεια ποιος θα μπορούσε να ασκήσει αγωγή ζητώντας το ποσό που επιδικάζεται ως αμοιβή δικηγόρου από τα δικαστήρια που αποφασίζουν για τις απαλλοτριώσεις.

Οι αμοιβές στο Παρακαταθηκών

Στην περίπτωση των δύο δικηγόρων, η εταιρεία «ΕΡΓΑ ΟΣΕ AE», η οποία ήταν η καθ’ ής στις δύο πρώτες περιπτώσεις, κατέθεσε τις αμοιβές στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων προς όφελος του Δικηγορικού Συλλόγου Καλαβρύτων και Κορίνθου μετά από αποφάσεις που εκδόθηκαν το 2007. Στην τρίτη περίπτωση, στην οποία η απόφαση αποζημίωσης εκδόθηκε το 2002, οι αμοιβές κατατέθηκαν στο ανωτέρω Ταμείο από το εναγόμενο ΥΠΕΧΩΔΕ, στο όνομα στου Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, αλλά το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων αρνήθηκε να μεταβιβάσει τα χρήματα.

Οι δύο δικηγόροι κίνησαν διαδικασίες σχετικά με τις δύο πρώτες υποθέσεις για την κατάθεση των ως άνω ποσών προς όφελος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών. Τα αιτήματά τους απορρίφθηκαν λόγω του ότι δεν νομιμοποιούνταν ενεργητικά να εγείρουν ευθεία αγωγή, αντίθετα ο ίδιος ο Δικηγορικός Σύλλογος έπρεπε να κινήσει τη διαδικασία, ως και έπραξε.

Το Δικαστήριο επισήμανε ότι δεν χρειάστηκε να αξιολογήσει το ελληνικό σύστημα που διέπει την καταβολή των αμοιβών των δικηγόρων σε διαδικασίες απαλλοτρίωσης. Αντίθετα, έπρεπε να περιορίσει την προσοχή του όσο το δυνατόν περισσότερο στο ζήτημα που θίγεται από τη συγκεκριμένη υπόθεση ενώπιον του. Ωστόσο, όφειλε να εξετάσει τις σχετικές διατάξεις στον βαθμό στον οποίο ο περιορισμός στο δικαίωμα πρόσβασης του ατόμου ήταν στην πραγματικότητα αποτέλεσμα της εφαρμογής τους.

Συναφώς, το Δικαστήριο παρατήρησε καταρχάς ότι οι διατάξεις που εφαρμόζονται στην παρούσα υπόθεση αναφέρονται αποκλειστικά στις αμοιβές των δικηγόρων στο πλαίσιο της διαδικασίας απαλλοτρίωσης και δεν αφορούσαν το γενικό σύστημα που διέπει τις αμοιβές των δικηγόρων.

Συγκεκριμένα, τα άρθρα 8 και 18 του Ν. 2882/2001, προβλέπουν ότι τόσο η δικαστική δαπάνη όσο και η αμοιβή των πληρεξουσίων δικηγόρων θα πρέπει να καθορίζονται από το δικαστήριο που θα επιδικάσει την αποζημίωση της απαλλοτρίωσης και θα πρέπει να κατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υπέρ του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου. Ωστόσο, δεν υπάρχει καμία διάταξη που να επιτρέπει αποκλειστικά στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο να ζητήσει αυτό το ποσό ή – για το θέμα αυτό, να εξαιρέσει έναν διάδικο ή τον Δικηγόρο του από το ζητήσει να κατατεθεί το επίμαχο ποσό στο Δικηγορικό Σύλλογο.

Το ΕΔΔΑ επιδίκασε σε καθένα των προσφευγόντων ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική τους βλάβη το ποσό των 10.000 ευρώ και για έξοδα και δαπάνες ποσό 1500 ευρώ από κοινού.

Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr