Ολόκληρο το σκεπτικό του ΣτΕ για το «μαύρο» στο Mega
«…στην περίπτωση μη συμμετοχής ή απαράδεκτης ή ανεπιτυχούς συμμετοχής τηλεοπτικού σταθμού σε προκηρυχθείσα διαδικασία αδειοδότησης «για την εμβέλεια και τον τύπο προγράμματος που αφορά η ενεστώσα λειτουργία του», σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, επιβάλλεται, κατά δεσμία αρμοδιότητα, ο τερματισμός της λειτουργίας του…». Με αυτή τη φράση το Συμβούλιο της Επικρατείας έριξε αυλαία στον κορυφαίο τηλεοπτικό σταθμό […]
«…στην περίπτωση μη συμμετοχής ή απαράδεκτης ή ανεπιτυχούς συμμετοχής τηλεοπτικού σταθμού σε προκηρυχθείσα διαδικασία αδειοδότησης «για την εμβέλεια και τον τύπο προγράμματος που αφορά η ενεστώσα λειτουργία του», σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, επιβάλλεται, κατά δεσμία αρμοδιότητα, ο τερματισμός της λειτουργίας του…».
Με αυτή τη φράση το Συμβούλιο της Επικρατείας έριξε αυλαία στον κορυφαίο τηλεοπτικό σταθμό της χώρας, που κυριάρχησε επί 25 χρόνια στο τηλεοπτικό σκηνικό της ελεύθερης τηλεόρασης. Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της χώρας, η οποία έχει καταγραφεί στις αρχές Οκτωβρίου από τα ΜΜΕ, έχει περισσότερο ιστορική σημασία, δεδομένου ότι οι παρενέργειες από την εφαρμογή της είναι μεγάλες, τόσο σε επίπεδο τηλεοπτικού τοπίου όσο βέβαια και των εργαζομένων, γι’ αυτό και αξίζει να παρατεθεί σχεδόν αυτούσια.
Απόρριψη
Το δικαστήριο απέρριψε τόσο την αίτηση ακύρωσης του τηλεοπτικού σταθμού Mega όσο και 112 εργαζομένων στον εν λόγω σταθμό με τις οποίες ζητούσαν να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. 18/2018 απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, με την οποία διατάχθηκε ο τερματισμός λειτουργίας του Mega, σύμφωνα με τις επιταγές του νόμου 4496/2017.
Ουσιαστικά δηλαδή η μη συμμετοχή του σταθμού στην τελευταία αδειοδοτική διαδικασία αυτόματα είχε ως συνέπεια τον τερματισμό της λειτουργίας του. Οι αποφάσεις (2018-2019/18) της Ολομέλειας με προεδρεύοντα τον αντιπρόεδρο Γεώργιο Παπαγεωργίου και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Ηλία Μάζο, ουσιαστικά αποτελεί τον νομικό επικήδειο για τον –πάλαι ποτέ– κραταιό τηλεοπτικό σταθμό.
Ολόκληρο το σκεπτικό:
«Συγκεκριμένα, σύμφωνα και με την συνταγματική αρχή του κράτους δικαίου που επιβάλλει την διαφύλαξη του κύρους του νόμου (βλ. ΣτΕ Ολομ. 3500/2009, 3921/2010), ως «τύπος προγράμματος που αφορά η ενεστώσα λειτουργία» τηλεοπτικού σταθμού, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, νοείται ο δηλωθείς κατά την προβλεπομένη από τον νόμο διαδικασία τύπος του προγράμματος, ο οποίος και προσδιορίζει τον χαρακτήρα του σταθμού ως ενημερωτικού ή μη (με τις περαιτέρω ειδικότερες διακρίσεις των μη ενημερωτικών σταθμών ανάλογα με το είδος στόχευσης κ.λπ.), και όχι ο τύπος προγράμματος, ο οποίος έχει τυχόν δημιουργηθεί αυθαιρέτως, με την μεταβολή της φυσιογνωμίας του δηλωθέντος προγράμματος του σταθμού, κατά παράβαση των κειμένων διατάξεων (βλ. και τις αποφάσεις ΣτΕ 1047/2018, 2916/2017, με τις οποίες κρίθηκε νόμιμη η επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε τηλεοπτικούς σταθμούς για μη νόμιμη μετατροπή του προγράμματός τους από ενημερωτικό, όπως είχε δηλωθεί κατά την προβλεπόμενη διαδικασία, σε μη ενημερωτικό).
Όχι μεταβολή φυσιογνωμίας
Η αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή δεν ευρίσκει έρεισμα ούτε στις προπαρασκευαστικές εργασίες του ως άνω άρθρου 14Α, από τις οποίες ουδόλως προκύπτει ότι ο νομοθέτης σκοπούσε στην προστασία de facto δημιουργηθεισών καταστάσεων –και τούτο ανεξαρτήτως της συνταγματικότητας μιας διάταξης νόμου με τέτοιο περιεχόμενο– ούτε στην παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου 14Α, με την οποία απαγορεύεται η εκτός αδειοδοτικής διαδικασίας μεταβολή της φυσιογνωμίας του προγράμματος (και της εμβέλειας εκπομπής) των ανωτέρω παρόχων περιεχομένου. Περαιτέρω δε, στην περίπτωση μη συμμετοχής ή απαράδεκτης ή ανεπιτυχούς συμμετοχής τηλεοπτικού σταθμού σε προκηρυχθείσα διαδικασία αδειοδότησης «για την εμβέλεια και τον τύπο προγράμματος που αφορά η ενεστώσα λειτουργία του», σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, επιβάλλεται, κατά δεσμία αρμοδιότητα, ο τερματισμός της λειτουργίας του μετά την τήρηση της προβλεπομένης διαδικασίας, χωρίς, όπως προκύπτει από την αδιάστικτη διατύπωση των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 14Α, να καταλείπεται στάδιο εκτιμήσεως των κατ’ ιδίαν περιστάσεων από την Αρχή.
Νόμιμη και επαρκής αιτιολογία
Εξάλλου, δοθέντος ότι η τηλεοπτική εκπομπή τελεί, κατά τα οριζόμενα στην ειδική διάταξη του άρθρου 15 παρ. 2 του Συντάγματος, υπό τον άμεσο έλεγχο του Κράτους προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι επιδιωκόμενοι με την διάταξη αυτή σκοποί (εξασφάλιση ποιοτικής στάθμης των προγραμμάτων, πολιτιστική ανάπτυξη της Χώρας κ.λπ.), δύναται δε να συνίσταται ο έλεγχος αυτός στην υπαγωγή της τηλεοπτικής εκπομπής σε καθεστώς προηγούμενης άδειας, χορηγουμένης εφ’ όσον πληρούνται οι, τασσόμενοι κατά ισότιμο, αντικειμενικό και αμερόληπτο τρόπο, σχετικοί όροι και προϋποθέσεις, δεν αντίκειται στην ως άνω συνταγματική διάταξη (με την οποία δεν κατοχυρώνεται ατομικό δικαίωμα ιδρύσεως και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού) ή στις αρχές της αναλογικότητας και του κράτους δικαίου νόμος που επιβάλλει τον, κατά δεσμία αρμοδιότητα, τερματισμό της λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών που δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις λειτουργίας. Με νόμιμη και επαρκή αιτιολογία διατάχθηκε με την προσβαλλόμενη πράξη ο τερματισμός της λειτουργίας του τηλεοπτικού σταθμού MEGA CHANNEL, η οποία, άλλωστε, δεν εύρισκε έρεισμα σε σχετική διοικητική πράξη ή σε διάταξη νόμου μετά τις 31.12.2015 [με μειοψηφία].
Με σαφήνεια η διάταξη
(Β) Η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατ’ εφαρμογήν της παραγράφου 1 του άρθρου 14Α του ν. 4339/2015 (το οποίο προσετέθη με το άρθρο 28 παρ. 10 ν. 4496/2017). Με την ρύθμιση αυτή, η οποία αφορά τους λειτουργούντες κατά τον χρόνο ενάρξεως της ισχύος του ανωτέρω νομοθετήματος (ν. 4339/2015) παρόχους περιεχομένου και εξαρτά την συνέχιση των εκπομπών τους από την (παραδεκτή) συμμετοχή τους σε προκηρυχθείσα διαδικασία αδειοδότησης, επ’ απειλή τερματισμού της λειτουργίας τους σε αντίθετη περίπτωση, θεσπίζεται θεμιτός κατά την έννοια του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ περιορισμός της ελευθερίας εκφράσεως των φορέων των εμπλεκομένων τηλεοπτικών σταθμών, διότι α) ο περιορισμός επιβάλλεται με την ως άνω διάταξη νόμου, η οποία συγκεντρώνει τα απαραίτητα κατά την νομολογία του ΕΔΔΑ ποιοτικά χαρακτηριστικά της σαφήνειας, προβλεψιμότητας και προσβασιμότητας, είναι δε άμοιρο επιρροής από την άποψη αυτή το γεγονός ότι η εν λόγω νομοθετική διάταξη δημοσιεύθηκε και τέθηκε σε ισχύ στις 8.11.2017 και η σχετική προκήρυξη δημοπρασίας τηλεοπτικών αδειών δημοσιεύθηκε στις 27.11.2017, αφού προβλεπόταν πάντως εύλογο χρονικό διάστημα για την υποβολή αιτήσεων συμμετοχής στην διαγωνιστική διαδικασία (έως τις 11.1.2018), και β) ο τερματισμός της λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών, οι οποίοι μετά τις 31.12.2015 εξέπεμπαν κατ’ ανοχή των αρμοδίων αρχών χωρίς να διαθέτουν άδεια λειτουργίας ή άλλο νόμιμο έρεισμα και δεν συμμετέχουν σε προκηρυχθείσα διαδικασία αδειοδότησης, αποτελεί κατάλληλο και αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη των επιδιωκομένων με το άρθρο 10 παρ. 2 της ΕΣΔΑ σκοπών σε δημοκρατική κοινωνία και ειδικότερα για την «προάσπισιν της τάξεως» των τηλεπικοινωνιών, της οποίας θεμελιώδη αρχή αποτελεί η «οικονομία της χρήσεως του φάσματος των συχνοτήτων» (βλ. ΕΔΔΑ, Τμήμα Ευρείας Συνθέσεως, απόφαση της 28.3.1990, Groppera Radio AG κατά Ελβετίας, σκέψεις 69 – 70), πολλώ μάλλον στην περίπτωση που, όπως παγίως προβλέπεται στην ελληνική νομοθεσία, απαιτείται διοικητική άδεια για την διενέργεια τηλεοπτικών εκπομπών – ευχέρεια που παρέχεται στον εθνικό νομοθέτη με την τρίτη περίοδο της παραγράφου 1 του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ (πρβλ. ΕΔΔΑ, απόφαση επί του παραδεκτού – décision – της 31.1.2017, Mustafa Dibirov κατά Αζερμπαϊτζάν, αριθμός προσφυγής 4255/07, σκέψεις 31, 32 και 38).
Όχι στέρηση ιδιοκτησίας
(Γ) Περαιτέρω, τα οικονομικά συμφέροντα, που συνδέονται με την εκπομπή τηλεοπτικού προγράμματος, συνιστούν, εν όψει των ρυθμίσεων του νόμου 4339/2015, «περιουσία» των οικείων επιχειρήσεων – παρόχων περιεχομένου, κατά την έννοια του εδαφίου α΄ της πρώτης παραγράφου του άρθρου 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ. Ως εκ τούτου, το προβλεπόμενο από την παρ. 1 του άρθρου 14Α του ν. 4339/2015 (στην οποία στηρίζεται η προσβαλλόμενη πράξη) διοικητικό μέτρο του τερματισμού της λειτουργίας εκείνων εκ των τηλεοπτικών σταθμών, οι οποίοι δεν θα λάβουν μέρος (ή δεν θα συμμετάσχουν παραδεκτώς) σε προκηρυχθείσα διαδικασία αδειοδότησης για την εμβέλεια και τον τύπο προγράμματος που αφορά η ενεστώσα λειτουργία τους, αποτελεί επέμβαση σε περιουσιακό αγαθό των παρόχων περιεχομένου. Ειδικότερα, η επέμβαση αυτή συνιστά «ρύθμιση της χρήσεως αγαθών» κατά την έννοια της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 1 του ως άνω ΠΠΠ και όχι «στέρηση ιδιοκτησίας» (εδάφιο β΄ της πρώτης παραγράφου του ιδίου άρθρου), αφού δεν θίγονται τα εμπράγματα ή τυχόν άλλα δικαιώματα των παρόχων περιεχομένου επί των αναγκαίων για την εκπομπή τηλεοπτικού σήματος στοιχείων της περιουσίας τους και δεν κωλύεται η συμμετοχή τους σε άλλη διαγωνιστική διαδικασία με αντικείμενο την αδειοδότηση τηλεοπτικών σταθμών, χωρίς να αποκλείεται, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 13 παρ. 5 εδ. β΄ του ν. 4339/2015, και η συμμετοχή τους σε διαδικασία αδειοδοτήσεως σταθμών της εμβέλειας και του τύπου προγράμματος που αφορούσε η διαγωνιστική διαδικασία στην οποία δεν έλαβε μέρος ο πάροχος, εις βάρος του οποίου επισπεύδεται η εφαρμογή του άρθρου 14Α παρ. 1.
Σκοπός δημοσίου συμφέροντος
Η εν λόγω επέμβαση δεν αντίκειται δε στο άρθρο 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ εφ’ όσον α) προβλέπεται σε σαφή, προβλέψιμη και προσβάσιμη, κατά τα προεκτεθέντα, διάταξη νόμου (άρθρο 14Α παρ. 1 ν. 4339/2015), β) εξυπηρετεί θεμιτούς σκοπούς δημοσίου συμφέροντος και συγκεκριμένα την διακοπή της λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών, οι οποίοι στερούνται αδείας και δεν συμμετέχουν σε προκηρυχθείσα διαδικασία αδειοδότησης, και γ) τηρείται η αρχή της αναλογικότητας εφ’ όσον εξασφαλίζεται δίκαιη ισορροπία μεταξύ της προστασίας του γενικού συμφέροντος και των απαιτήσεων για την προστασία της περιουσίας των επιχειρήσεων – παρόχων περιεχομένου, οι οποίες δύνανται να λάβουν μέρος στις διαδικασίες αδειοδότησης τηλεοπτικών σταθμών της εμβέλειας και του τύπου προγράμματος «που αφορά η ενεστώσα λειτουργία τους» ή να αμφισβητήσουν με τα προβλεπόμενα ενδικοφανή και ένδικα βοηθήματα την νομιμότητα των σχετικών προκηρύξεων, διατηρούν δε και το δικαίωμα συμμετοχής στις σχετικές διαγωνιστικές διαδικασίες που πρόκειται να διενεργηθούν.
(Δ) Απορριπτέος είναι, εξ άλλου, και ο λόγος ακυρώσεως, κατά τον οποίο ο τερματισμός της λειτουργίας του σταθμού της αιτούσης διατάχθηκε κατά παράβαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, η οποία απορρέει, κατά τα προβαλλόμενα, από τις προμνησθείσες διατάξεις της ΕΣΔΑ, διότι από τις διατάξεις αυτές ουδόλως προκύπτει η υποχρέωση του Κράτους να ανεχθεί την συνέχιση της λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών, οι οποίοι στερούνται αδείας και δεν συμμετέχουν στην θεσπιζόμενη με τον νόμο διαδικασία αδειοδότησης».
Ακολουθήστε το dikastiko.gr στο Google News και δείτε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο στο dikastiko.gr